Σχεδόν μηδενική είναι από την αρχή του Ιουνίου η παραγωγή των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ ως αποτέλεσμα της μείωσης της τιμής του φυσικού αερίου που καθιστά και πάλι συμφέρουσα τη χρήση του συγκεκριμένου καυσίμου για
ηλεκτροπαραγωγή.Την ίδια ώρα οι υψηλές τιμές των ρύπων που κινούνται γύρω στα 80 ευρώ/τόνο CO2 οδηγούν τη ΔΕΗ στην επιλογή να κρατάει χαμηλά την λιγνιτική παραγωγή την οποία πάντως αξιοποίησε τους προηγούμενους μήνες όταν το κόστος της ήταν ανταγωνιστικό σε σχέση με τις τιμές του φυσικού αερίου.
Παράλληλα η αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος των ΑΠΕ κατά περίπου 1,5 GW το 2022 και τους πρώτους μήνες του 2023, έχει ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση της συμμετοχής της πράσινης ενέργειας στο μίγμα παραγωγής της χώρας, που πλέον ξεπερνάει σταθερά 30-35%.
Σε ότι αφορά το λιγνίτη πρέπει να σημειωθεί ότι η χρήση του στην παρούσα φάση είναι σχεδόν μηδενική όχι μόνο για οικονομικούς λόγους αλλά και διότι αξιοποιείται ως δικλείδα ασφαλείας εν όψει της πιθανής αυξημένης ζήτησης κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών.
Πτωτική πορεία
Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας η συμμετοχή του λιγνίτη στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής ξεπερνούσε το 10% τους τρεις πρώτους μήνες του έτους και στη συνέχεια ακολουθεί συνεχή πτωτική πορεία.
Συγκεκριμένα η συμμετοχή του λιγνίτη στο ηλεκτροπαραγωγικό μήγμα τον Ιανουάριο ήταν 10,5%, κορυφώθηκε στο 17,44% τον Φεβρουάριο και στη συνέχεια μειωνόταν σταδιακά σε 12,56% τον Μάρτιο, 7,61% τον Απρίλιο, 3,86% τον Μάιο και μόλις 1,09% τις πρώτες ημέρες του Ιουνίου. Αντιστρόφως η χρήση του φυσικού αερίου ακολούθησε ανοδική πορεία και τον Ιανουάριο κάλυψε το 21,16% του μίγματος, τον Φεβρουάριο το 22,39%, τον Μάρτιο το 23,48%, τον Απρίλιο το 29,96%, τον Μάιο μειώθηκε αλλά παρέμεινε ψηλά στο 27,75% και τον Ιούνιο είναι στο 29,42%.
Εξαιρετικά υψηλή είναι όλους αυτούς τους μήνες και η συμμετοχή των ΑΠΕ στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής που ανήλθε σε 27,22% τον Ιανουάριο, 30,22% τον Φεβρουάριο, 35,4% τον Μάρτιο, 34,9% τον Απρίλιο, 37,14% τον Μάιο και 42,27%τις πρώτες ημέρες του Ιουνίου.
Η πτωτική πορεία της τιμής του φυσικού αερίου έχει ένα ακόμη αποτέλεσμα που σχετίζεται με το συνολικό κόστος της αγοράς ηλεκτρισμού, η οποία σταδιακά καθίσταται φθηνότερη σε σχέση με τις γειτονικές διασυνδεδεμένες αγορές της Βουλγαρίας και κυρίως της Ιταλίας. Έτσι οι εισαγωγές που ήταν εξαιρετικά υψηλές στο 29,98% τον Ιανουάριο καθώς η ελληνική αγορά ήταν ακριβότερη από τις γειτονικές και η ενέργεια έρεε προς αυτή, ακολούθησαν πτωτική πορεία και διαμορφώθηκαν σε 21,61% του μίγματος τον Φεβρουάριο, 23,1% τον Μάρτιο, 21,72% τον Απρίλιο, 22,94% τον Μάιο και 16,8% τις πρώτες ημέρες του Ιουνίου.
Στην Ευρώπη
Σημειώνεται τέλος ότι αντίστοιχη πορεία σε ότι αφορά τη χρήση του λιγνίτη και του άνθρακα για ηλεκτροπαραγωγή καταγράφεται και στην Ευρώπη. Η μείωση των τιμών του φυσικού αερίου εξοστρακίζει τις μονάδες άνθρακα. Μάλιστα σύμφωνα με την εταιρία Refinitiv, η στροφή προς το φυσικό αέριο φθάνει σε ρεκόρ τριών ετών στη Γερμανία. Την περασμένη εβδομάδα, οι μονάδες φυσικού αερίου παρήγαγαν περισσότερη ενέργεια από τις λιγνιτικές μονάδες με μερίδιο 51% έναντι 49% μεταξύ των δύο καυσίμων, γεγονός που τελευταία φορά καταγράφηκε το 2020, δήλωσε η Refinitiv στο Montel.
Μάλιστα τον προηγούμενο μήνα οι γερμανικές ανθρακικές μονάδες παρήγαγαν 5,3 GWh, τη χαμηλότερη μηνιαία παραγωγή από τον Μάιο του 2020, όταν η παραγωγή μειώθηκε στις 4,2 GWh λόγω της χαμηλότερης ζήτησης εν μέσω της πανδημίας Covid-19.
www.worldenergynews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου