Τρίτη 26 Ιουνίου 2018

Ρύποι: Αρνητική πρωτιά για την Ελλάδα

 
Oι ρύποι της ελληνικής ηλεκτροπαραγωγής και κυρίως της ΔΕΗ μπορεί να έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια, όμως η χώρα εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται ως μία από αυτές που κάνουν λίγα για το Κλίμα και το κυριότερο η ΔΕΗ να πληρώνει περισσότερα και μάλιστα υψηλότερα ποσά απ’ ότι στο παρελθόν για να αγοράζει δικαιώματα εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα.
Τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου, που ανακοίνωσε χθες η ΔΕΗ
είναι αποκαλυπτικά: Mε τη λιγνιτική  ηλεκτροπαραγωγή να έχει μειωθεί στο διάστημα Ιανουαρίου - Μαρτίου 2018 κατά 18,5% ή κατά 851 GWh, οι δαπάνες για την αγορά δικαιωμάτων εκπομπής CO 2 αυξήθηκαν στο ίδιο χρονικό διάστημα κατά 22,9%. Το εκ πρώτης όψεως αυτό παράδοξο εξηγείται από τον σχεδόν τριπλασιασμό της τιμής της δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων στην ευρωπαϊκή πλατφόρμα όπου διαπραγματεύονται, καθώς από περίπου 5,5 ευρώ/τόνο CO2 κατά μέσον όρο το 2017, οι τιμές έχουν εκτοξεύτεί πάνω από τα 15,5 ευρώ/τόνο CΟ 2, με προοπτική περαιτέρω ανόδου στο μέλλον, όπως εκτιμούν οι αναλυτές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το μερίδιο της ΔΕΗ στην εγχώρια ηλεκροπαραγωγή μειώθηκε στο 47,1% το πρώτο τρίμηνο 2018, από 54,1% της αντίστοιχης περιόδου του 2017, σύμφωνα τουλάχιστον με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΔΕΗ. Η δε συμμετοχή του  λιγνίτη που κάποτε ήταν το κυρίαρχο καύσιμο, στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής (αποτιμώμενο σε καθαρή ισχύ των μονάδων) έχε πέσει στην τρίτη θέση, με μερίδιο 22,87%, έναντι 28,18% του φυσικού αερίου και 30,37% των ΑΠΕ που κατέχουν την πρωτιά σε εγκατεστημένη ισχύ. Στην τέταρτη θέση βρίσκονται τα υδροηλεκτρικά με το 18,58% του παραγωγικού δυναμικού (στοιχεία ΛΑΓΗΕ).
Σύμφωνα με έρευνα του Δικτύου Δράσης για το Κλίμα, Climate Action Network (CAN), που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, για τα μέτρα που λαμβάνουν οι χώρες της ΕΕ προκειμένου να πετύχουν του στόχους του Παρισιού, η Ελλάδα, μαζί με την Κροατία και τη Ρουμανία, συγκαταλέγονται στις χώρες με τις “φτωχιές επιδόσεις”, παρότι φαίνονται να υπερκαλύπτουν τους ενεργειακούς στόχους που είχαν θέσει για το 2020. Και τούτο, όπως υποστηρίζει η έκθεση του CAN “επειδή οι στόχοι που είχαν θέσει ήταν πολύ χαμηλοί και πολύ εύκολα επιτεύξιμοι”.
Το CAN κατατάσσει την Ελλάδα στην 22η θέση ανάμεσα στους 28 της ΕΕ, ενώ αφήνει την πρώτη θέση κενή, καθώς θεωρεί ότι καμία χώρα δεν έχει κάνει το 100% που θα έπρεπε για να καταπολεμήσει την κλιματική αλλαγή. Στη δεύτερη θέση (δηλαδή ουσιαστικά πρώτη ) έρχεται η Σουηδία με ποσοστό 77% ακολουθούμενη από τη Πορτογαλία με ποσοστό 66%, τη Γαλλία με 65% και την Ολλανδία με 58%.
Η Ελλάδα με ποσοστό 32% μοιράζεται την 22η θέση της κατάταξης με την Ουγγαρία και ανήκει στην  ομάδα των χωρών με τις “φτωχές επιδόσεις”. Από εκεί και έπειτα ακολουθούν οι χώρες με τις “πολύ φτωχές επιδόσεις”, με την Κύπρο και την Μάλτα στην 24η θέση με ποσοστό 30%, τη Βουλγαρία στην 26η θέση με 26%, ενώ  τελευταία, στην 29η θέση  είναι η  Πολωνία με 16%.
Ας σημειωθεί ότι οι δείκτες  της έκθεσης CAN αξιολογούν πόσο φιλόδοξοι είναι οι  στόχοι που θέτει κάθε χώρα, καθώς  και την πρόοδο που επιτελεί. Θεωρεί δε ότι η εθνική συνεισφορά των χωρών μελών της ΕΕ προς το παρόν απέχει πολύ από το να περιορίσει την παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας σε επίπεδα “αρκετά κάτω των 2 βαθμών Κελσίου και κοντά στο 1,5 βαθμούς Κελσίου”, όπως είναι ο βασικός στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα.
Αιχμές αφήνει η έκθεση για τη Γερμανία, η οποία από πρωτοπόρος στην δράση για την κλιματική αλλαγή τώρα φαίνεται σαν να έχει πέσει στην τρίτη κατηγορία (8η θέση με 45%), ενώ για έλλειψη προθυμίας ανάλογης με αυτήν που είχαν επιδείξει τα προηγούμενα χρόνια “κατηγορούνται” επίσης χώρες όπως το Βέλγιο, η  Δανία και η Βρετανία.

 www.businessenergy.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου