Η Γερμανία δημοσίευσε αυτή την εβδομάδα, μετά από μήνες
εσωτερικών διαφωνιών, το νέο οδικό της χάρτη για την κλιματική και
ενεργειακή πολιτική με άξονα το 2050. Το σχέδιο πρόκειται να υποβληθεί
στην σύνοδο του Μαρακές για το κλίμα και προβλέπει αρκετές αλλαγές σε
σχέση με ότι ισχύει σήμερα, έτσι ώστε να γίνει η γερμανική οικονομία
απεξαρτημένη από
τον άνθρακα. Πάντως, στο σχέδιο έγιναν ορισμένες αλλαγές της τελευταίας στιμής που μεταχειρίζονται λίγο πιο ευνοϊκά τη βιομηχανία και τις συμβατικές μονάδες της χώρας.
Στον οδικό χάρτη περιλαμβάνονται σενάρια και διάφορες πιθανές οδοί
προς τη μείωση των εκπομπών ρύπων ανά τομέα της οικονομίας, με στόχο την
επίτευξη μιας οικονομίας με ουδέτερες εκπομπές ως το 2050.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Γερμανία βρίσκεται αυτή τη στιγμή καθ'
οδόν να μην πετύχει τον στόχο της για τις εκπομπές με ορίζοντα το 2020, ο
οποίος κάνει λόγο για πτώση 40% σε σχέση με το 1990. Ο νέος οδικός
χάρτης εκτιμά ότι το ποσοστό θα ανέλθει μάλλον κοντά στο 37%.
Για τον λόγο αυτό, η αναθεωρημένη μορφή του νέου οδικού χάρτη που
δίνει μια μεγαλύτερη άνεση στις βιομηχανίες και στις συμβατικές
ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες σε σχέση με προηγούμενες προτεινόμενες
εκδόσεις του, δέχτηκε κριτική από περιβαλλοντικές οργανώσεις και από τον
κλάδο των ΑΠΕ. Στο νέο κείμενο αναφέρεται ότι "ως το 2030 η Γερμανία θα
μειώσει τις εκπομπές της κατά τουλάχιστον 55% και ως το 2040 κατά
τουλάχιστον 70%. Με τον τρόπο αυτό, η Γερμανία παραμένει πρωτοπόρος στο
να κάνει πράξη τις δεσμεύσεις της συμφωνίας του Παρισιού".
Όσον αφορά τους στόχους για τις εκπομπές του κάθε τομέα της
οικονομίας, περιλαμβάνονται διαφορετικές οδοί με άξονα το 2030, ώστε να
αποφευχθεί η τάση του ενός κλάδου να κατηγορεί τον άλλο, όπως εξήγησε η
υπουργός Περιβάλλοντος, Μπάρμπαρα Χέντριξ.
Σχετικά με το ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ETS),
αναφέρεται ότι εξακολουθεί να είναι το βασικό εργαλείο κλιματικής
προστασίας για την Κεντρική Ευρώπη σε ότι αφορά τον ενεργειακό τομέα και
τη βιομηχανία. Επίσης, τονίζεται ότι η ενίσχυση των τιμών των
δικαιωμάτων αποτελεί σημαντικό ζήτημα για την κυβέρνηση, η οποία θα
επιχειρήσει να καταστήσει το ETS πιο λειτουργικό πανευρωπαϊκά.
Ενεργειακός τομέας
Ο ενεργειακός τομέας της Γερμανίας θα πρέπει να περιορίσει τις εκπομπές του στους 175-183 εκατ. τόνους CO2 ως το 2030, δηλαδή κατά 61-62% σε σύγκριση με το 1990.
Ως το 2050, η ενεργειακή παραγωγή θα πρέπει να είναι σχεδόν 100% καθαρή και οι ΑΠΕ θα είναι η βασική πηγή. "Μακροπρόθεσμα, η ηλεκτροπαραγωγή θα βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στις ΑΠΕ. Τα μερίδια των αιολικών και της ηλιακής ενέργειας θα αυξηθούν σημαντικά", αναφέρεται.
Ο ενεργειακός τομέας της Γερμανίας θα πρέπει να περιορίσει τις εκπομπές του στους 175-183 εκατ. τόνους CO2 ως το 2030, δηλαδή κατά 61-62% σε σύγκριση με το 1990.
Ως το 2050, η ενεργειακή παραγωγή θα πρέπει να είναι σχεδόν 100% καθαρή και οι ΑΠΕ θα είναι η βασική πηγή. "Μακροπρόθεσμα, η ηλεκτροπαραγωγή θα βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στις ΑΠΕ. Τα μερίδια των αιολικών και της ηλιακής ενέργειας θα αυξηθούν σημαντικά", αναφέρεται.
Επίσης, γίνεται λόγος για διευρυμένη άμεση χρήση των ΑΠΕ σε όλους
τους τομείς, εφόσον αυτό είναι "εφικτό και οικονομικά βιώσιμο".
Παράλληλα, γίνεται λόγος για χρήση της βιομάζας, κυρίως από απόβλητα, σε
έναν περιορισμένο βαθμό. Ο οδικός χάρτης χαρακτηρίζει τη μεταμόρφωση
του ενεργειακού συστήματος ως "τεχνικώς εφικτή". Κατά τη διάρκεια της
μετάβασης προς τις ΑΠΕ, "οι λιγότερο ρυπογόνες μονάδες με αέριο και οι
πιο σύγχρονες λιγνιτικές μονάδες θα παίξουν σημαντικό ρόλο ως ενδιάμεσες
τεχνολογίες", σημειώνεται.
Ο ρόλος των λιγνιτικών μονάδων
Αναφορικά με τον άνθρακα και τη χρήση του στην ηλεκτροπαραγωγή, στο κείμενο αναφέρεται ότι "οι κλιματικοί στόχοι μπορούν να επιτευχθούν μονάχα αν η παραγωγή με άνθρακα μειωθεί βήμα-βήμα". Παράλληλα, γίνεται λόγος για την απόφαση της κυβέρνησης να μη στηρίζει πλέον την κατασκευή νέων μονάδων αυτού του είδους, αλλά και για το περιορισμένο ενδιαφέρον των επενδυτών.
Αναφορικά με τον άνθρακα και τη χρήση του στην ηλεκτροπαραγωγή, στο κείμενο αναφέρεται ότι "οι κλιματικοί στόχοι μπορούν να επιτευχθούν μονάχα αν η παραγωγή με άνθρακα μειωθεί βήμα-βήμα". Παράλληλα, γίνεται λόγος για την απόφαση της κυβέρνησης να μη στηρίζει πλέον την κατασκευή νέων μονάδων αυτού του είδους, αλλά και για το περιορισμένο ενδιαφέρον των επενδυτών.
Παρόλα αυτά, λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τις περιοχές εκείνες με
σημαντική παραγωγή άνθρακα και ενέργειας από άνθρακα: "Πρέπει να
εισάγουμε συγκεκριμένες προοπτικές για την μελλοντική ανάπτυξη των
περιοχών αυτών, προτού ληφθούν οι αποφάσεις για τη βήμα-βήμα κατάργηση
του λιγνιτικού τομέα", τονίζεται.
Στο κείμενο δεν προσδιορίζεται κάποια ημερομηνία λήξης για το
λιγνίτη, ενώ υπάρχει δέσμευση για την χρήση αναπτυξιακών εργαλείων που
θα προστατεύουν τις ανωτέρω περιοχές. Ειδική κρατική επιτροπή για αυτό
το θέμα θα αρχίσει να λειτουργεί από το 2018, ενώ θα συσταθεί και
περιφερειακό ταμείο για τη στήριξη των επενδύσεων σε νέες μορφές
ανάπτυξης. Μάλιστα, αναφέρεται ότι η γερμανική κυβέρνηση θα εξασφαλίσει
πως η ευρωπαϊκή νομοθεσία περί ανταγωνισμού δεν θα σταθεί εμπόδιο στην
όλη προσπάθεια. "Είναι στο συμφέρον ολόκληρης της Ευρώπης το να φέρει
εις πέρας η Γερμανία το δυσανάλογα μεγάλο μερίδιό της στην προσπάθεια
καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής", σημειώνεται.
Κτηριακός τομέας
Στον τομέα των κτηρίων, ο οδικός χάρτης προβλέπει την ύπαρξη ενός ουδέτερου κλιματικά κτηριακού συνόλου ως το 2050. Αυτό σημαίνει ότι τα κτήρια θα έχουν περιορισμένες ενεργειακές ανάγκες και οι ΑΠΕ θα τις καλύπτουν. Λόγω της μεγάλης διάρκειας ζωής των κτηρίων, το έτος 2030 θεωρείται σημαντικό και υιοθετείται στόχος μείωσης των εκπομπών στους 70-72 εκατ. τόνους CO2, δηλαδή 66-67% χαμηλότερα από το 1990.
Στον τομέα των κτηρίων, ο οδικός χάρτης προβλέπει την ύπαρξη ενός ουδέτερου κλιματικά κτηριακού συνόλου ως το 2050. Αυτό σημαίνει ότι τα κτήρια θα έχουν περιορισμένες ενεργειακές ανάγκες και οι ΑΠΕ θα τις καλύπτουν. Λόγω της μεγάλης διάρκειας ζωής των κτηρίων, το έτος 2030 θεωρείται σημαντικό και υιοθετείται στόχος μείωσης των εκπομπών στους 70-72 εκατ. τόνους CO2, δηλαδή 66-67% χαμηλότερα από το 1990.
Η κυβέρνηση πρόκειται να επενδύσει σημαντικά σε προγράμματα εφαρμογής
υψηλών ενεργειακών προδιαγραφών, ενώ οι ΑΠΕ θα αναλάβουν βήμα-βήμα τη
θέρμανση και την ψύξη, εκτός από την ηλεκτροδότηση των κτηρίων.
Χαρακτηριστικό είναι ότι το 2020 η κυβέρνηση θα πάψει να στηρίζει τις
τεχνολογίες θέρμανσης με βάση τα ορυκτά καύσιμα ώστε να γίνουν πιο
ελκυστικά τα συστήματα με βάση τις ΑΠΕ.
Μεταφορές
Στον κρίσιμο τομέα των μεταφορών, ο γερμανικός οδικός χάρτης δεν θέτει κάποια ημερομηνία στην οποία τα νέα οχήματα θα πρέπει να είναι μηδενικών εκπομπών. Αυτό αποτελεί αλλαγή σε σχέση με προηγούμενες εκδόσεις του που στήριξε το υπουργείο Περιβάλλοντος.
Στον κρίσιμο τομέα των μεταφορών, ο γερμανικός οδικός χάρτης δεν θέτει κάποια ημερομηνία στην οποία τα νέα οχήματα θα πρέπει να είναι μηδενικών εκπομπών. Αυτό αποτελεί αλλαγή σε σχέση με προηγούμενες εκδόσεις του που στήριξε το υπουργείο Περιβάλλοντος.
Στο τελικό κείμενο τονίζεται ότι θα επιβληθούν πανευρωπαϊκά νέες,
αυστηρότερες προδιαγραφές για τα νέα οχήματα και η κυβέρνηση θα βοηθήσει
ώστε να επιτευχθεί ο στόχος για μείωση των εκπομπών στους 95-98 εκατ.
τόνους CO2 ως το 2030. Ο στόχος θα γίνει πράξη μέσω της βελτιωμένης
απόδοσης και της ανάπτυξης των νέων πράσινων τεχνολογιών. Θα χρειαστεί,
σύμφωνα με το κείμενο, "μια σημαντική συμβολή στον εξηλεκτρισμό των νέων
οχημάτων, τα οποία και θα έχουν προτεραιότητα".
Επόμενο βήμα με άξονα το 2030 είναι ο καθορισμός του απαραίτητου
θεσμικού πλαισίου για την ευρεία υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών και
τίθεται το ερώτημα του βαθμού διείσδυσής τους ανά έτος.
Βιομηχανία
Οι εκπομπές ρύπων της βιομηχανίας θα πρέπει να μειωθούν στο μισό ως το 2030, σε σχέση με το 1990. Ένα μεγάλο τμήμα της μείωσης αυτής έχει ήδη επιτευχθεί και σε αριθμητικούς όρους, οι ρύποι πρέπει να υποχωρήσουν στους 140-143 εκατ. τόνους CO2, δηλαδή κατά 20% σε σχέση με σήμερα. Όμως, ο οδικός χάρτης υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να προστατευτεί παράλληλα η διεθνής ανταγωνιστικότητα της γερμανικής βιομηχανίας, ακόμα και εν μέσω μιας φιλόδοξης κλιματικής πολιτικής.
Οι εκπομπές ρύπων της βιομηχανίας θα πρέπει να μειωθούν στο μισό ως το 2030, σε σχέση με το 1990. Ένα μεγάλο τμήμα της μείωσης αυτής έχει ήδη επιτευχθεί και σε αριθμητικούς όρους, οι ρύποι πρέπει να υποχωρήσουν στους 140-143 εκατ. τόνους CO2, δηλαδή κατά 20% σε σχέση με σήμερα. Όμως, ο οδικός χάρτης υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να προστατευτεί παράλληλα η διεθνής ανταγωνιστικότητα της γερμανικής βιομηχανίας, ακόμα και εν μέσω μιας φιλόδοξης κλιματικής πολιτικής.
"Με τη στρατηγική εκσυγχρονισμού της οικονομίας, με το σωστό πολιτικό
πλαίσιο και με μια ενεργό περιφερειακή πολιτική που βοηθά τις δομικές
αλλαγές, θέλουμε να θέσουμε αξιόπιστες συνθήκες για τη γερμανική
οικονομία, ώστε να προσαρμοστεί από νωρίς και να εκμεταλλευτεί τις
δυνατότητες", αναφέρεται. Ως εκ τούτου, η μεταμόρφωση της οικονομίας
μπορεί να γίνει μηχανή ανάπτυξης για τη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας
της χώρας, παρά εμπόδιο.
Στο κείμενο σημειώνεται, πάντως, ότι υπάρχουν κάποιοι βιομηχανικοί
τομείς όπου οι εκπομπές ρύπων δεν μπορούν να μειωθούν σημαντικά, όπως η
χαλυβουργία και τα χημικά. Το σχέδιο προβλέπει τη χρήση τεχνολογίας
δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα στην περίπτωση αυτή, εφόσον είναι
εφικτό.
Γεωργία
Στον τομέα της γεωργίας, το κείμενο αναφέρει ότι δεν είναι δυνατός ο εκμηδενισμός των εκπομπών ρύπων λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του. Κατ' επέκταση, στόχος είναι η μείωση στο βαθμό του δυνατού, δηλαδή κατά ένα τρίτο ως το 2030 σε σχέση με το 1990.
Στον τομέα της γεωργίας, το κείμενο αναφέρει ότι δεν είναι δυνατός ο εκμηδενισμός των εκπομπών ρύπων λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του. Κατ' επέκταση, στόχος είναι η μείωση στο βαθμό του δυνατού, δηλαδή κατά ένα τρίτο ως το 2030 σε σχέση με το 1990.
Σημειώνεται ότι το ένα τρίτο των εκπομπών του κλάδου προέρχεται από
τη χρήση αζώτου στα λιπάσματα, ενώ άλλο ένα τρίτο από την κτηνοτροφία.
Επίσης, τίθεται στόχος για να αυξηθεί η οργανική καλλιέργεια στο 20% του
συνόλου ως το 2030, από 6,3% το 2014.
Τέλος, αναφέρεται ότι ο οδικός χάρτης θα αναθεωρείται κάθε πέντε χρόνια.
(Με πληροφορίες από το Clean Energy Wire)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου