Πέμπτη 14 Ιουνίου 2018

Σε ρόλο πρωταγωνιστή το κόστος ρύπων ως προς το τίμημα των λιγνιτικών μονάδων – Οι ποσότητες ρύπων που επιβαρύνουν Μελίτη και Μεγαλόπολη


Όσες εταιρίες εκδηλώσουν ενδιαφέρον για την απόκτηση των λιγνιτικών μονάδων, θα πρέπει έως τις 31 Ιουλίου να διαμορφώσουν εκείνα σχήματα με τα οποία θα προχωρήσουν στη φάση των δεσμευτικών προσφορών

Ακριβώς μια εβδομάδα απομένει έως την εκπνοή της πρώτη κρίσιμης προθεσμίας στο πλαίσιο της διαγωνιστικής διαδικασίας που θα καταλήξει στην πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ σε Μεγαλόπολη και Μελίτη.

Την ερχόμενη Πέμπτη 21 Ιουνίου στις 5 το απόγευμα θα έχουν υποβληθεί οι επιστολές εκδήλωσης ενδιαφέροντος και θα φανεί εάν πράγματι το ενδιαφέρον για τις μονάδες είναι τόσο μεγάλο όσο υποστηρίζουν κύκλοι της ΔΕΗ, σύμφωνα με τους οποίους στην πρώτη  μη δεσμευτική φάση ο αριθμός των συμμετεχόντων θα είναι αρκετά μεγάλος.
Όπως φαίνεται η ΔΕΗ προσδοκά ότι θα συμμετάσχουν σχεδόν όλοι οι καθετοποιημένοι «παίκτες» της αγοράς ενέργειας, αλλά και οι ενεργοβόρες βιομηχανίες που θέλουν να εξασφαλίσουν ανταγωνιστικές τιμές ρεύματος για τις μονάδες τους.
Επίσης θεωρείται βέβαιο το ενδιαφέρον μεγάλων κινεζικών εταιριών, ενώ αναμένεται ακόμη και συμμετοχή 2 - 3 ευρωπαϊκών εταιριών.
Οι θετικές προσδοκίες για την πρώτη φάση του διαγωνισμού εδράζονται κυρίως στο πλήθος των ερωτημάτων που έλαβε η ΔΕΗ και οι σύμβουλοι της έως τη Δευτέρα 11 Ιουνίου όσον αφορά τη διαδικασία του διαγωνισμού.
Σύμφωνα με πληροφορίες μεταξύ των κύριων ερωτημάτων που τέθηκαν είναι ο χρόνος που θα έχουν στη διάθεση τους οι ενδιαφερόμενοι για να διαμορφώσουν συμμαχίες προκειμένου να συμμετάσχουν στη δεύτερη δεσμευτική φάση του διαγωνισμού.
Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι με βάση το κατ’ αρχήν χρονοδιάγραμμα που έχει διαμορφώσει η ΔΕΗ, στις 3 Ιουλίου 2018 θα εγκριθεί και θα ανακοινωθεί η λίστα των προεπιλεγέντων επενδυτών, οι οποίοι όπως διευκρινίστηκε θα πρέπει έως τις 31 Ιουλίου να διαμορφώσουν τα σχήματα με τα οποία θα προχωρήσουν στην επόμενη φάση.
Με τον τρόπο αυτό η ΔΕΗ θα επιδιώξει να διασφαλίσει την ύπαρξη ανταγωνισμού μεταξύ των ενδιαφερομένων σχημάτων και να αποφύγει την υποβολή περιορισμένου αριθμού προσφορών μέσω συμπράξεων που θα γίνουν στην τελική φάση.    
Μεταξύ των ερωτημάτων που ετέθησαν σε αυτή την προκαταρκτική φάση είναι το πώς βεβαιώνεται η εμπειρία των συμμετεχόντων στο διαγωνισμό.
Εδώ όπως φαίνεται τα κριτήρια θα είναι περισσότερο χαλαρά, καθώς δεν απαιτείται δραστηριότητα στην παραγωγή ηλεκτρισμού, αλλά αρκεί η κατοχή άδειας προμήθειας.

«Καίει» το κόστος των ρύπων 

Και ενώ όλα αυτά βρίσκονται σε εξέλιξη, το κύριο ερώτημα που απασχολεί όλους όσους προτίθενται να εκδηλώσουν κατ’ αρχήν ενδιαφέρον είναι η άνοδος του κόστους παραγωγής των λιγνιτικών μονάδων εξαιτίας της ανοδικής πορείας της τιμής των ρύπων, αλλά και της εχθρικής πολιτικής της ΕΕ, έναντι του άνθρακα.
Όπως είναι γνωστό από τις αρχές του 2018 η τιμή του CO2 στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο ρύπων έχει ανέβει κατακόρυφα και φθάνει σήμερα περίπου στα 15 ευρώ ανά τόνο έναντι των 5 ευρώ ανά τόνο την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι.
Μάλιστα με δεδομένη την πολιτική της ΕΕ να περιορίσει τη διάθεση δικαιωμάτων ρύπων στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο ρύπων, προβλέπεται ότι η τιμή του CO2 θα φθάσει τα επόμενα χρόνια στα 25 ίσως και 30 ευρώ ανά τόνο.
Αυτό σημαίνει ότι το κόστος του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των υπό πώληση μονάδων θα αυξηθεί δραστικά και το ερώτημα που τίθεται είναι εάν οι νέοι ιδιοκτήτες της Μεγαλόπολης και της Μελίτης θα μπορούν να «μπαίνουν» στην αγορά ή οι μονάδες τους θα καταστούν εκ των πραγμάτων μη ανταγωνιστικές και θα μένουν εκτός αγοράς. 
Μια ένδειξη εξάλλου της επίπτωσης του αυξανόμενου κόστους των ρύπων είναι το γεγονός ότι για παράδειγμα χθες (13/6) οι προσφορές της ΔΕΗ στην χονδρική αγορά ρεύματος έφθαναν και τα 68 ευρώ/MWh, ενώ όλο το τελευταίο διάστημα καταγράφεται διαρκής ανοδική πορεία της μέσης Οριακής Τιμής του Συστήματος.
Αυτό βεβαίως οφείλεται και στην άνοδο της τιμής του φυσικού αερίου λόγω της ανόδου των τιμών του πετρελαίου, αλλά είναι ισχυρή είναι και η επίδραση της τιμής του CO2.

Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και η αξία των λιγνιτικών 

Πρέπει να σημειωθεί ότι το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της Μεγαλόπολης σήμερα υπολογίζεται σε 1,9 τόνους CO2 ανά παραγόμενη MWh, και της Μελίτης σε 1,2 - 1,3 τόνους CO2 ανά παραγόμενη MWh, όταν το αντίστοιχο κόστος για μια μονάδα φυσικού αερίου υπολογίζεται σε 0,33 τόνους CO2 ανά παραγόμενη MWh.
Βεβαίως η ΔΕΗ που διαθέτει μίγμα παραγωγής, δηλαδή μονάδες λιγνίτη, φυσικού αερίου και φυσικά υδροηλεκτρικά, τα οποία έχουν μηδενικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, υπολογίζει το κόστος των ρύπων στο σύνολο της παραγωγής της προσδιορίζοντας το σε περίπου 1 τόνο CO2 ανά παραγόμενη MWh.
Δεδομένου δε ότι η παραγωγή της δεν επαρκεί για να καλύψει της ανάγκες του συνόλου των πελατών της, αγοράζει μεγάλες ποσότητες από την χονδρική αγορά και μειώνει περαιτέρω το κόστος των ρύπων στο σύνολο των ποσοτήτων ρεύματος που διαθέτει στην αγορά στους 0,6 τόνους CO2/MWh.
Όλα τα προηγούμενα δεν ισχύουν βεβαίως για τους υποψήφιους αγοραστές των μονάδων, οι οποίοι θεωρούν ότι για να είναι ελκυστικές η Μεγαλόπολη και η Μελίτη θα πρέπει η τιμή αγοράς, δηλαδή η αρχική επένδυση που θα κάνουν, να μην ξεπεράσει τα 100 εκατ. ευρώ.
Μάλιστα κάποιοι μιλούν για 30 - 50 εκατ. ευρώ. 

Πάντως πρέπει να σημειωθεί ότι η ΔΕΗ υπολογίζει τη λογιστική αξία της Μεγαλόπολης σε περίπου 371 εκατ. ευρώ και της Μελίτης σε περίπου 300 εκατ. ευρώ.
Όσο δε για την ονομαστική αξία των μετοχών των δυο εταιριών, η ΔΕΗ υπολογίζει την «Μελίτη» σε 52,8 εκατ. ευρώ και τη Μεγαλόπολη σε 99,1 εκατ. ευρώ.

www.worldenergynews.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου