Οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις Κυκλάδων και Κρήτης με το εθνικό σύστημα έπρεπε να είχαν ολοκληρωθεί την προηγούμενη δεκαετία τόσο για περιβαλλοντικούς λόγους, αλλά κυρίως για οικονομικούς και θα είχαν πολλάκις αποπληρωθεί μέχρι σήμερα με τα τέλη για τις ΥΚΩ (υπηρεσίες κοινής ωφέλειας), που πληρώνουν οι καταναλωτές. Οι περιβαλλοντικοί περιορισμοί της ΕΕ επισπεύδουν την διασύνδεση της Κρήτης με δύο έργα, επείγουσα σύνδεση με Πελοπόννησο και σύνδεση με Αττική, δημιουργώντας προσδοκίες για μείωση των ΥΚΩ.
Παράλληλα, σημειώνονται εξελίξεις στον διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς ΑΔΜΗΕ, ο οποίος αποσπάται από το ιδιοκτησιακό καθεστώς της ΔΕΗ ΑΕ και αποτελεί ξεχωριστή
εταιρεία με συμμετοχή του κράτους (≥51%) και της Κινεζικής εταιρείας State Grid (SGCC) με ποσοστό 24%, ενώ εισάγονται οι μετοχές της ΑΔΜΗΕ Συμμετοχών (βασικό μέτοχο του ΑΔΜΗΕ με 51%) στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
Το σύστημα μεταφοράς αποτελεί φυσικό μονοπώλιο και το ετήσιο έσοδο του ΑΔΜΗΕ καθορίζεται με απόφαση της ΡΑΕ βάσει μεθοδολογίας. Περιλαμβάνει τις λειτουργικές δαπάνες, τις αποσβέσεις, την αξία της ρυθμιζόμενης περιουσιακής βάσης και την απόδοση επί των απασχολούμενων κεφαλαίων. Το επιτρεπόμενο έσοδο για το 2017 υπολογίσθηκε σε 261 εκατ. € και η αξία της Ρυθμιζόμενης Περιουσιακής Βάσης για το 2017 σε 1,73 δις € με απόδοση 7,3%, ενώ το 2013 η αξία ήταν 1,43 δις € με απόδοση 8%. Όπως φαίνεται, το μεγαλύτερο έσοδο του ΑΔΜΗΕ είναι η απόδοση της περιουσιακής βάσης, που φθάνει τα 126 εκατ. € το 2017 (1,73δις x7,3% €), σημειώνοντας ότι σύμφωνα με την προσφορά της SGCCο ΑΔΜΗΕ αποτιμήθηκε στα 1,33 δις €. Κατά την συνήθη πρακτική η απόδοση των επενδεδυμένων κεφαλαίων στα δίκτυα ακολουθεί την απόδοση των κρατικών ομολόγων και ίσως αυξημένη κατά μια εκατοστιαία μονάδα. Έτσι, στην περίπτωση της Ελλάδος οι αποδόσεις είναι υψηλές και οι επενδύσεις ελκυστικές, που επιβαρύνουν όμως τους καταναλωτές.
Στο 10ετές πρόγραμμα του ΑΔΜΗΕ 2017-2026 υπό την πίεση των Οδηγιών για το περιβάλλον, προκρίνεται η διασύνδεση της Κρήτης σε δύο φάσεις, με την Πελοπόννησο 2x200MVA με AC και εκτιμώμενο χρόνο λειτουργίας το 2020 και με Αττική 2x350MW με HVDC με χρόνο αποπεράτωσης 9 χρόνια. Οι συνολικές επενδύσεις θα ανέλθουν σε 1,33 δις € (330+700 έως 1.000 εκατ. €), όση η αποτίμηση του ΑΔΜΗΕ από την SGCC. Αυτή η επένδυση που σχεδόν διπλασιάζει την περιουσιακή βάση του ΑΔΜΗΕ, πρακτικά οδηγεί σε σχεδόν διπλασιασμό των τελών χρήσης δικτύου και επιβαρύνει τους καταναλωτές. Αναμένονται όμως οφέλη από την μείωση των ΥΚΩ με την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης που οδηγούν σε εξαιρετικά μικρό χρόνο απόσβεσης της αντίστοιχης επένδυσης. Τελικά, στο σύνολο του έργου δεν είναι εμφανή τα οφέλη από την μείωση των ΥΚΩ σε συνδυασμό με την αύξηση των τελών χρήσης του δικτύου μεταφοράς.
Η σύνδεση Κρήτης με Αττική με τεχνολογία HVDC και ως επέκταση του Ευρωπαϊκού διασυνδεδεμένου συστήματος, είναι ένα από τα δυσκολότερα και ακριβότερα έργα διεθνώς. Η μελέτη που εμφανίζεται συνοπτικά στο δεκαετές πρόγραμμα δίνει την αίσθηση συντηρητικής αντιμετώπισης του θέματος και με την δέουσα προσοχή, με επιφυλάξεις στις νέες τεχνολογίες και προβληματισμούς στα δύσκολα σημεία με πρόβλεψη υλοποίησης εννέα χρόνια, που είναι αναμενόμενο για τέτοιο έργο αφού λείπει η τεχνογνωσία και η εμπειρία στη χώρα.
Όπως φαίνεται, στόχος είναι η διατήρηση των τοπικών θερμικών σταθμών πετρελαίου και συνεργασία με τις διασυνδέσεις, οπότε περιορίζονται τα οφέλη και η μείωση των ΥΚΩ. Η κοινή όδευση δύο παράλληλων γραμμών υποβρύχιων καλωδίων μειώνει την αξιοπιστία της σύνδεσης και ιδιαίτερα αφού μαζί διασχίζουν το ηφαιστειακό τόξο του Αιγαίου με τις πιθανές επιπτώσεις. Λείπει η πρόβλεψη για επέκταση της σύνδεσης προς Ρόδο-Δωδεκάνησα και είναι προφανές ότι αυτή δεν καθίσταται εφικτή με την εγκατάσταση 1.000 MW ΑΠΕ στην Κρήτη που αναφέρεται. Λείπει η πρόβλεψη και αναφορά στο έργο Euro-Asia Interconnector (Ισραήλ-Κύπρος-Κρήτη/Ευρώπη), που θα μπορούσε η διασύνδεση της Κρήτης να αποτελέσει πρόδρομο έργο.
Επειδή η διασύνδεση είναι έργο μακράς πνοής που στοχεύει στο μέλλον, θα πρέπει να οδηγεί στην απαγκίστρωση από τους σταθμούς πετρελαίου, διατηρώντας για ένα διάστημα τον σταθμό στον Αθερινόλακκο σε ψυχρή εφεδρεία και μεγιστοποιώντας τα οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη. Επίσης να λαμβάνει υπόψη την διασύνδεση Ρόδου/Δωδεκάνησα, καθώς και προβλέψεις για τον Euro-Asia Interconnector και γιατί όχι μελλοντικά με Αίγυπτο (σχετική μελέτη ΙΕΝΕ κατ’ ανάθεση της ΡΑΕ, «Στρατηγική Μελέτη Ηλεκτρικών Διασυνδέσεων στη ΝΑ Ευρώπη και ο Κρίσιμος Ρόλος της Ελλάδος», Οκτώβριος 2012). Για μεγαλύτερη αξιοπιστία, ίσως είναι προτιμότερη η διασύνδεση με ξεχωριστές γραμμές υποβρύχιων καλωδίων μεγαλύτερης ισχύος με Αττική και Πελοπόννησο με τάση 500kV και τεχνολογία VSC, ή ακόμη και 600kV όπως γίνονται οι πρόσφατες διασυνδέσεις στην Ευρώπη αντί της προτεινόμενης 300kV με 350kV. Βεβαίως, για όλα αυτά χρειάζεται η γνώση και η εμπειρία των πλέον ειδικών για τις τελικές αποφάσεις, σταθμίζοντας όλες τις παραμέτρους.
Όπως αναμένεται, τα έργα αυτά πρέπει να ενσωματώνουν τις νέες τεχνολογίες, να είναι ανθεκτικά και αξιόπιστα με οφέλη έχοντας λογικό κόστος, ώστε να μην επιβαρύνουν υπέρμετρα την οικονομία και τους καταναλωτές επί μακρόν εις βάρος της ανταγωνιστικότητας. Ακόμη, η ταχεία αποπεράτωση και λειτουργία μακράν της μέχρι τούδε εγχώριας πρακτικής, περιορίζει άμεσα τις ΥΚΩ. Η διεθνής πρακτική που ακολουθείτο παλαιότερα στην Ελλάδα με επιτυχία, αφορούσε στην επιλογή έμπειρου Τεχνικού Συμβούλου για άρτια μελέτη και επίβλεψη κατασκευής με τεχνολογίες “ state- of the art”, εντός του χρόνου και του προϋπολογισμού του έργου, δημιουργώντας πολλές νέες θέσεις εργασίας για το εγχώριο δυναμικό και μεταφέροντας τεχνογνωσία στη χώρα. Ως εκ τούτου κρίνεται αναγκαία και επωφελής η επιλογή Τεχνικού Συμβούλου για αυτό το έργο που θα συντομεύσει τον χρόνο υλοποίησης με προφανή οφέλη, ενώ μπορεί να επεξεργασθεί ένα χρηματοδοτικό μοντέλο με σκοπό να περιορίσει και τις σχετικές επιβαρύνσεις χρήσης δικτύου, για την μεγιστοποίηση του οφέλους.
Αναμένεται ο νέος μέτοχος SGCC με τις πλούσιες εμπειρίες του στο μεγαλύτερο δίκτυο HVDC να συμβάλλει σε ελπιδοφόρες εξελίξεις στο σύστημα μεταφοράς και τις διασυνδέσεις με τα αναμενόμενα οφέλη στην οικονομία και τους καταναλωτές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου