Στο
πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας μας έναντι των δανειστών σημαντικό
ρόλο καταλαμβάνουν τα όσα αφορούν τις Δημόσιες Επιχειρήσεις. Δεν είναι
στη πρόθεσή μου να διερευνήσω όλες τις πτυχές του θέματος, δηλαδή
ιδιωτικοποιήσεις, μεταφορά στο λεγόμενο υπερταμείο, κλπ. Σ’ αυτό το
σημείωμα θα ασχοληθώ με την Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού. Η βασική
μνημονιακή υποχρέωση για τη ΔΕΗ
συνίσταται στην απώλεια μεριδίου της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από το 90% σήμερα σε κάτω από το 50% το 2019. Επίσης, αντίστοιχο ποσοστό πρέπει να έχει στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, την ίδια χρονική περίοδο. Σε ότι αφορά στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας η ΔΕΗ βρίσκεται μάλλον εντός στόχου από τώρα (Ιούνιος 2017). Το πρόβλημα εντοπίζεται στην εμπορία, στους πελάτες. Η μέθοδος που επιλέχθηκε για να υλοποιηθεί αυτή η μνημονιακή απαίτηση είναι οι δημοπρασίες προθεσμιακού προϊόντος (ηλεκτρικής ενέργειας) γνωστές ως ΝΟΜΕ. Έχει ήδη καταγραφεί η κριτική για τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητά τους για το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Το κύριο πρόβλημα σ’ αυτή τη μεθοδολογία είναι ο εξαναγκασμός μιας επιχείρησης να διαθέτει το παραγόμενο προϊόν της σε τιμή κάτω του κόστους παραγωγής. Αυτό θα μπορούσε να το κάνει μια επιχείρηση για λόγους εμπορικής πολιτικής για ένα διάστημα εφόσον μπορούσε να καλύψει τις απώλειες εσόδων από άλλες δραστηριότητες. Όχι όμως με επιβολή εκ των άνω. Όσοι επικαλούνται τον ελεύθερο ανταγωνισμό, την αγορά των ανταγωνιστών και όχι τα μονοπώλια είναι προφανές ότι βρίσκονται σε αντίφαση με όσα τα εγχειρίδια της οικονομικής ανάλυσης του πρώτου έτους μας διδάσκουν για τη θεωρία της ζήτησης και της παραγωγής. Δηλαδή, οι θιασώτες της ελεύθερης αγοράς επιβάλλουν με διοικητικά μέτρα τη λειτουργία μιας αγοράς την οποία βαφτίζουν ανταγωνιστική ενώ είναι ρυθμιζόμενη λόγω του συσχετισμού των δυνάμεων (μνημονιακή υποχρέωση/εγχώρια και ξένα συμφέροντα). Και η επιλογή του ακρωνυμίου ΝΟΜΕ γίνεται σκοπίμως για να διευκολύνει την «αποδοχή» αυτής της στρέβλωσης καθώς τα ΝΟΜΕ εφαρμόζονται στη Γαλλία αλλά με άλλους όρους και όχι πάντως σε βάρος της δημόσιας γαλλικής εταιρείας ΕDF. Η αντιπρόταση που έγινε από την πλευρά της ΔΕΗ είχε στον πυρήνα της την ιδέα δημιουργίας εταιριών (μιας, δυο) με πελάτες από το χαρτοφυλάκιό της και τη διάθεσή τους σε ιδιώτες επενδυτές. Το σκεπτικό είναι ότι έτσι μπορεί να «ανοίξει» η αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας με ομαλό τρόπο και όχι πάντως σε βάρος των συμφερόντων της ΔΕΗ. Αν προχωρήσουμε την ανάλυση μας σε μεγαλύτερο βάθος θα γίνει κατανοητή η διαφορά των δυο προτάσεων. Ποια όμως είναι η περίφημη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας που πρέπει να απελευθερωθεί από τα μονοπωλιακά της δεσμά κατά τους δανειστές και τους εγχώριους ανταγωνιστές; Ένα πρώτο βήμα για την αποτύπωση των επιμέρους τμημάτων της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας είναι ο διαχωρισμός των πελατών αναλόγως προς την τάση με την οποία τροφοδοτούνται από τη ΔΕΗ. Διακρίνουμε λοιπόν τους πελάτες υψηλής τάσης (ΥΤ), πελάτες μεσαίας τάσης (ΜΤ) και πελάτες χαμηλής τάσης (ΧΤ). Αυτή η κατηγοριοποίηση διευκολύνει για να καταδείξει κανείς τις ιδιαιτερότητες των επιμέρους κατηγοριών πελατών δηλαδή των επιμέρους αγορών. Οι πελάτες υψηλής τάσης (περιορισμένος αριθμός) είναι κυρίως οι μεγάλες βιομηχανίες οι οποίες καταναλώνουν μεγάλο ποσοστό της παραγόμενης κατ’ έτος ηλεκτρικής ενέργειας. Απολαμβάνουν ιδιαίτερης τιμολογιακής μεταχείρισης τόσο λόγω μνημονιακών επιταγών / επιβολών όσο και λόγω πολιτικής επιλογής από την μεριά του κράτους. Έχουν αναφερθεί στοιχεία γι’ αυτήν την κατηγορία πελατών σε αρκετά δημοσιεύματα και επίσημες ανακοινώσεις της ΔΕΗ. Στην κατηγορία πελατών ΜΤ ανήκουν πελάτες με σημαντικές καταναλώσεις που ασκούν εμπορική, βιοτεχνική δραστηριότητα και μικρές βιομηχανίες. Από την ανάλυση των μέχρι τώρα διαθέσιμων στοιχείων από τον Λειτουργό της Αγοράς (ΛΑΓΗΕ) έχει διαπιστωθεί μια σημαντική μετακίνηση πελατών προς άλλους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας ως συνέπεια της εφαρμοζόμενης πολιτικής των ΝΟΜΕ. Η μεγάλη πλειονότητα των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας βρίσκεται στο τμήμα της αγοράς που χαρακτηρίζεται ως αγορά χαμηλής τάσης. Όμως, κι αυτή η αγορά δεν είναι ενιαία. Διακρίνουμε εδώ τον δημόσιο τομέα (στενό και ευρύτερο), τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τις άλλες Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμούς. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτού του τμήματος πελατών της ΧΤ είναι η συμπεριφορά τους ως προς την υποχρέωσή τους της τακτικής και έγκαιρης εξόφλησης των λογαριασμών τους. Η άλλη μεγάλη κατηγορία περιλαμβάνει κοινωνικές ομάδες με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά για τις οποίες η πολιτεία έχει επιλέξει την διακριτική μεταχείριση τους σε ότι αφορά στην τιμολόγηση της παρεχόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους πολύτεκνους, το Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο, το Αγροτικό Τιμολόγιο. Κατά συνέπεια από τα προηγούμενα τεκμηριώνεται με αναλυτικό τρόπο η καταγεγραμμένη στη διεθνή βιβλιογραφία θεωρία της σύγκρουσης της δυικής υπόστασης της αποστολής των Δημοσίων Επιχειρήσεων. Λειτουργία για υλοποίηση κοινωνικής αποστολής (πάροχος δημοσίων αγαθών) ή λειτουργία ως κλασσική επιχείρηση με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Δηλαδή, με άλλα λόγια ρύθμιση από την Αγορά ή ρύθμιση από τις Προϊστάμενες Αρχές; Η ανάλυση αναδεικνύει τις αποφάσεις που πρέπει να πάρει η Πολιτεία ως Βασικός μέτοχος/Προϊστάμενη Αρχή. Αποφάσεις που θα εκφράζουν και τις ευθύνες για τη χρηματοδότηση της παροχής αυτών των υπηρεσιών, αίροντας τις στρεβλώσεις της λειτουργίας της Δημόσιας Επιχείρησης και πράγματι δημιουργώντας το πλαίσιο για λειτουργία της αγοράς ΗΕ με όρους που δεν θα αποβούν σε βάρος της ΔΕΗ. Αυτό είναι το πρόβλημα που πρέπει να λύσει η Πολιτεία. Να επιλέξει τους τρόπους να υλοποιήσει την πολιτική της στο πλαίσιο των κλασσικών δραστηριοτήτων του κράτους για αναδιανομή και άσκηση στοχευμένης κοινωνικής πολιτικής και όχι παρεμβαίνοντας στη στρατηγική λειτουργία της δημόσιας επιχείρησης.
Σταύρος Κ. Γούτσος
Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος ΔΕΗ ΑΕ
συνίσταται στην απώλεια μεριδίου της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από το 90% σήμερα σε κάτω από το 50% το 2019. Επίσης, αντίστοιχο ποσοστό πρέπει να έχει στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, την ίδια χρονική περίοδο. Σε ότι αφορά στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας η ΔΕΗ βρίσκεται μάλλον εντός στόχου από τώρα (Ιούνιος 2017). Το πρόβλημα εντοπίζεται στην εμπορία, στους πελάτες. Η μέθοδος που επιλέχθηκε για να υλοποιηθεί αυτή η μνημονιακή απαίτηση είναι οι δημοπρασίες προθεσμιακού προϊόντος (ηλεκτρικής ενέργειας) γνωστές ως ΝΟΜΕ. Έχει ήδη καταγραφεί η κριτική για τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητά τους για το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Το κύριο πρόβλημα σ’ αυτή τη μεθοδολογία είναι ο εξαναγκασμός μιας επιχείρησης να διαθέτει το παραγόμενο προϊόν της σε τιμή κάτω του κόστους παραγωγής. Αυτό θα μπορούσε να το κάνει μια επιχείρηση για λόγους εμπορικής πολιτικής για ένα διάστημα εφόσον μπορούσε να καλύψει τις απώλειες εσόδων από άλλες δραστηριότητες. Όχι όμως με επιβολή εκ των άνω. Όσοι επικαλούνται τον ελεύθερο ανταγωνισμό, την αγορά των ανταγωνιστών και όχι τα μονοπώλια είναι προφανές ότι βρίσκονται σε αντίφαση με όσα τα εγχειρίδια της οικονομικής ανάλυσης του πρώτου έτους μας διδάσκουν για τη θεωρία της ζήτησης και της παραγωγής. Δηλαδή, οι θιασώτες της ελεύθερης αγοράς επιβάλλουν με διοικητικά μέτρα τη λειτουργία μιας αγοράς την οποία βαφτίζουν ανταγωνιστική ενώ είναι ρυθμιζόμενη λόγω του συσχετισμού των δυνάμεων (μνημονιακή υποχρέωση/εγχώρια και ξένα συμφέροντα). Και η επιλογή του ακρωνυμίου ΝΟΜΕ γίνεται σκοπίμως για να διευκολύνει την «αποδοχή» αυτής της στρέβλωσης καθώς τα ΝΟΜΕ εφαρμόζονται στη Γαλλία αλλά με άλλους όρους και όχι πάντως σε βάρος της δημόσιας γαλλικής εταιρείας ΕDF. Η αντιπρόταση που έγινε από την πλευρά της ΔΕΗ είχε στον πυρήνα της την ιδέα δημιουργίας εταιριών (μιας, δυο) με πελάτες από το χαρτοφυλάκιό της και τη διάθεσή τους σε ιδιώτες επενδυτές. Το σκεπτικό είναι ότι έτσι μπορεί να «ανοίξει» η αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας με ομαλό τρόπο και όχι πάντως σε βάρος των συμφερόντων της ΔΕΗ. Αν προχωρήσουμε την ανάλυση μας σε μεγαλύτερο βάθος θα γίνει κατανοητή η διαφορά των δυο προτάσεων. Ποια όμως είναι η περίφημη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας που πρέπει να απελευθερωθεί από τα μονοπωλιακά της δεσμά κατά τους δανειστές και τους εγχώριους ανταγωνιστές; Ένα πρώτο βήμα για την αποτύπωση των επιμέρους τμημάτων της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας είναι ο διαχωρισμός των πελατών αναλόγως προς την τάση με την οποία τροφοδοτούνται από τη ΔΕΗ. Διακρίνουμε λοιπόν τους πελάτες υψηλής τάσης (ΥΤ), πελάτες μεσαίας τάσης (ΜΤ) και πελάτες χαμηλής τάσης (ΧΤ). Αυτή η κατηγοριοποίηση διευκολύνει για να καταδείξει κανείς τις ιδιαιτερότητες των επιμέρους κατηγοριών πελατών δηλαδή των επιμέρους αγορών. Οι πελάτες υψηλής τάσης (περιορισμένος αριθμός) είναι κυρίως οι μεγάλες βιομηχανίες οι οποίες καταναλώνουν μεγάλο ποσοστό της παραγόμενης κατ’ έτος ηλεκτρικής ενέργειας. Απολαμβάνουν ιδιαίτερης τιμολογιακής μεταχείρισης τόσο λόγω μνημονιακών επιταγών / επιβολών όσο και λόγω πολιτικής επιλογής από την μεριά του κράτους. Έχουν αναφερθεί στοιχεία γι’ αυτήν την κατηγορία πελατών σε αρκετά δημοσιεύματα και επίσημες ανακοινώσεις της ΔΕΗ. Στην κατηγορία πελατών ΜΤ ανήκουν πελάτες με σημαντικές καταναλώσεις που ασκούν εμπορική, βιοτεχνική δραστηριότητα και μικρές βιομηχανίες. Από την ανάλυση των μέχρι τώρα διαθέσιμων στοιχείων από τον Λειτουργό της Αγοράς (ΛΑΓΗΕ) έχει διαπιστωθεί μια σημαντική μετακίνηση πελατών προς άλλους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας ως συνέπεια της εφαρμοζόμενης πολιτικής των ΝΟΜΕ. Η μεγάλη πλειονότητα των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας βρίσκεται στο τμήμα της αγοράς που χαρακτηρίζεται ως αγορά χαμηλής τάσης. Όμως, κι αυτή η αγορά δεν είναι ενιαία. Διακρίνουμε εδώ τον δημόσιο τομέα (στενό και ευρύτερο), τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τις άλλες Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμούς. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτού του τμήματος πελατών της ΧΤ είναι η συμπεριφορά τους ως προς την υποχρέωσή τους της τακτικής και έγκαιρης εξόφλησης των λογαριασμών τους. Η άλλη μεγάλη κατηγορία περιλαμβάνει κοινωνικές ομάδες με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά για τις οποίες η πολιτεία έχει επιλέξει την διακριτική μεταχείριση τους σε ότι αφορά στην τιμολόγηση της παρεχόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους πολύτεκνους, το Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο, το Αγροτικό Τιμολόγιο. Κατά συνέπεια από τα προηγούμενα τεκμηριώνεται με αναλυτικό τρόπο η καταγεγραμμένη στη διεθνή βιβλιογραφία θεωρία της σύγκρουσης της δυικής υπόστασης της αποστολής των Δημοσίων Επιχειρήσεων. Λειτουργία για υλοποίηση κοινωνικής αποστολής (πάροχος δημοσίων αγαθών) ή λειτουργία ως κλασσική επιχείρηση με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Δηλαδή, με άλλα λόγια ρύθμιση από την Αγορά ή ρύθμιση από τις Προϊστάμενες Αρχές; Η ανάλυση αναδεικνύει τις αποφάσεις που πρέπει να πάρει η Πολιτεία ως Βασικός μέτοχος/Προϊστάμενη Αρχή. Αποφάσεις που θα εκφράζουν και τις ευθύνες για τη χρηματοδότηση της παροχής αυτών των υπηρεσιών, αίροντας τις στρεβλώσεις της λειτουργίας της Δημόσιας Επιχείρησης και πράγματι δημιουργώντας το πλαίσιο για λειτουργία της αγοράς ΗΕ με όρους που δεν θα αποβούν σε βάρος της ΔΕΗ. Αυτό είναι το πρόβλημα που πρέπει να λύσει η Πολιτεία. Να επιλέξει τους τρόπους να υλοποιήσει την πολιτική της στο πλαίσιο των κλασσικών δραστηριοτήτων του κράτους για αναδιανομή και άσκηση στοχευμένης κοινωνικής πολιτικής και όχι παρεμβαίνοντας στη στρατηγική λειτουργία της δημόσιας επιχείρησης.
Σταύρος Κ. Γούτσος
Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος ΔΕΗ ΑΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου