Προειδοποιεί για μετακίνηση παραγωγικής δραστηριότητας σε
γειτονικές χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης η Ακαδημία Αθηνών. Πώς θα μειωθεί το
κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος. Επιβαρύνουν το κόστος παραγωγής με 1,3 δισ.
ετησίως οι ΑΠΕ.
Προειδοποίηση ότι η βεβιασμένη απόσυρση των λιγνιτικών
μονάδων θα πλήξει περαιτέρω την ελληνική ανταγωνιστικότητα απευθύνει η Επιτροπή
Ενέργειας της Ακαδημίας Αθηνών, στα πορίσματα ημερίδας με θέμα Ενεργειακές
προοπτικές της Ελλάδας το 2030 με ορίζοντα το 2050.
Οπως αναφέρει, η απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων πρέπει
να πραγματοποιηθεί με τον κατάλληλο χρονισμό και να αποφευχθεί μια βεβιασμένη
έξοδος η οποία θα πλήξει περαιτέρω την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής
βιομηχανίας με κίνδυνο, εξαιτίας του κόστους CO2, την μετακίνηση
παραγωγικής δραστηριότητας σε γειτονικές χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο
κίνδυνος αυτός πρέπει να αντιμετωπιστεί µε την εφαρμογή κατάλληλων μηχανισμών
εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την πίεση για παγκόσμια εφαρμογή κοινής
τιμολόγησης.
Η αυξανόμενη συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα θα
συμβάλει στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας, υπό την βασική προϋπόθεση τη
μείωση του μοναδιαίου κόστους τους λόγω τεχνολογικής εξέλιξης και όχι με
επιδοτήσεις οι οποίες έχουν στρεβλωτικές επιπτώσεις στην οικονομία.
Το «βάρος» των ΑΠΕ
Δεδομένου ότι η υποστήριξη των εγκατεστημένων μέχρι σήμερα
ΑΠΕ επιβαρύνει το κόστος παραγωγής ηλεκτρισμού στην Ελλάδα με 1,3 δις ευρώ το
χρόνο για πολλά χρόνια ακόμη, αναδεικνύεται κρίσιμος παράγοντας η εξειδίκευση
και ο χρονισμός των πολιτικών διείσδυσης των ΑΠΕ, ώστε να εδραιώσουν
συγκριτικό πλεονέκτημα κόστους και να ελαχιστοποιηθεί η επιπλέον επιβάρυνση. Τα
φωτοβολταϊκά στις στέγες κτηρίων τα οποία παρέχουν τη δυνατότητα διαχείρισης
της ζήτησης στον καταναλωτή και δεν αφαιρούν γόνιμες εκτάσεις από την γεωργική
παραγωγή, μπορούν και πρέπει να αποκτήσουν σημαντικό μερίδιο στη συνολική
παραγωγή από ΑΠΕ.
Πώς θα μειωθεί το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος
Το κόστος του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου για την
ελληνική βιομηχανία εντάσεως ενέργειας, είναι σημαντικά υψηλότερο στην Ελλάδα
σε σύγκριση µε ευρωπαίους και διεθνείς ανταγωνιστές. Το μειονέκτημα αυτό
μάλιστα αυξάνεται, καθώς η διαχρονική εξέλιξη του κόστους στην Ελλάδα είναι
ανοδική σε µια περίοδο όπου παγκοσμίως οι τάσεις είναι, αντιθέτως, μειωτικές.
Οι δυνατότητες βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας πρέπει να
αναζητηθούν στους κύριους παράγοντες που διαμορφώνουν το κόστος που είναι, στην
περίπτωση του ηλεκτρισμού, το μείγμα καυσίμων που χρησιμοποιείται στην
ηλεκτροπαραγωγή, οι διατηρούμενες μονοπωλιακές πρακτικές, καθώς και η
επιβολή υψηλότερων ρυθμιζόμενων χρεώσεων σε σχέση µε άλλες αγορές. Ανάλογα
προσαρμοσμένες, αλλά με ίδιο αποτέλεσμα, είναι οι συνθήκες που χαρακτηρίζουν
την αγορά φυσικού αερίου.
Οπως αναφέρει η Ακαδημία, η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας
μπορεί να μειωθεί βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητα της διανομής, περιορίζοντας
τις ρυθμιστικές χρεώσεις και δημιουργώντας συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού. Η
Ευρωπαϊκή προσδοκία για αύξηση της ανταγωνιστικότητας με τη δημιουργία
ελεύθερης, αποκρατικοποιημένης και ανταγωνιστικής αγοράς ενέργειας, μπορεί να
έχει ευεργετικά αποτελέσματα και στην χώρα μας εφόσον πρυτανεύσει σαφήνεια και
ορθολογισμός στον τρόπο και την έκταση χρησιμοποίησης των τιμών της ενέργειας
ως εργαλείου άσκησης κοινωνικής πολιτικής.
Για το φυσικό αέριο, το σχετικά υψηλό κόστος μπορεί να
μειωθεί με πρόσβαση στις διεθνείς αγορές προμήθειας και διασφάλιση
ανταγωνιστικού κόστους εσωτερικής διανομής.
Η ενεργειακή μετάβαση για την Ελλάδα θα αποτελέσει προοπτική
και ευκαιρία για σημαντικές επενδυτικές πρωτοβουλίες. Επενδύσεις σε
ολόκληρο το εύρος των ενεργειακών υποδομών.
Επενδύσεις στα δίκτυα, στους
έξυπνους μετρητές. Επενδύσεις στα συστήματα διανομής, στα δίκτυα υποστήριξης
εγκαταστάσεων για αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας και για φόρτιση οχημάτων.
Επενδύσεις στις διασυνδέσεις των νησιών και τις διασυνδέσεις για την πλήρη
σύζευξη των αγορών στην περιοχή της Ελλάδας. Επενδύσεις για μεγάλης έκτασης
ενεργειακές αναβαθμίσεις κτιρίων, οικιών και ενεργοβόρων εγκαταστάσεων.
Προτεραιότητα στις έρευνες υδρογονανθράκων
Καθοριστικής σημασίας για τις αναπτυξιακές προοπτικές της
χώρας θα αποτελέσει η ανακάλυψη και αξιοποίηση κοιτασμάτων πετρελαίου ή φυσικού
αερίου στο χώρο της Ελληνικής Επικράτειας. Ενόψει αυτής της προοπτικής, σκόπιμο
κρίνεται να δοθεί προτεραιότητα στις αδειοδοτήσεις περιοχών που εμφανώς
παρουσιάζουν μεγαλύτερες πιθανότητες για ανακάλυψη “κοιτασμάτων φυσικού αερίου,
να ενεργοποιηθούν το συντομότερο απ’ ευθείας διαπραγματεύσεις για καθορισμό των
θαλάσσιων ορίων υφαλοκρηπίδας μεταξύ Ελλάδος-Αιγύπτου, Ελλάδος-Λιβύης, &
τριπλού σημείου Ελλάδος-Λιβύης-Ιταλίας, να συντελεσθεί μείωση των
γραφειοκρατικών διαδικασιών παραχώρησης δικαιωμάτων και να υιοθετηθεί ευέλικτο
και αποτελεσματικό μοντέλο διοίκησης για τον εποπτικό ρόλο του Δημοσίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου