Η ευρωπαϊκή βιομηχανία των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας μας έχει συνηθίσει να σπάει ρεκόρ για στην παραγωγή ενέργειας από πηγές «χαμηλού άνθρακα». Ωστόσο, δύο έργα είναι εκείνα που ξεχωρίζουν.
Ο σουηδικός όμιλος Vattenfall και η
νορβηγική Statoil συγκαταλέγονται μεταξύ των επιχειρήσεων οι οποίες εξέπληξαν την αγορά πριν από τα Χριστούγεννα όταν υπέβαλαν προσφορά για την πρώτη παγκοσμίως δημοπρασία για υπεράκτια αιολικά χωρίς επιδοτήσεις η οποία διενεργήθηκε από την ολλανδική κυβέρνηση. Πολλοί θεωρούσαν ότι η δημοπρασία ήταν αρκετά φιλόδοξη για τους παραγωγούς καθώς η ημερομηνία για την έγκαιρη παράδοση ορίζεται το 2022, όπως αναφέρει ο Wouter Hertzberger, συνεργάτης της δικηγορικής επιχείρησης Norton Rose Fulbright.
Προσφορές παρόμοιας σημασίας εντοπίζονται και στη δημοπρασία για υπεράκτια αιολικά που διενεργήθηκε τον Απρίλιο στη Γερμανία όταν ο δανικός ενεργειακός γίγαντας, Orsted, η οποία ήταν προηγουμένως γνωστή με την ονομασία Dong Energy και η γερμανική Energie Baden-Württemberg αποτέλεσαν τις πρώτες γερμανικές επιχειρήσεις οι οποίες προσφέρθηκαν, μέχρι το 2024, να κατασκευάσουν αιολικά συστήματα τα οποία θα βασίζονται αποκλειστικά και μόνο στις τιμές τις αγοράς. Οι δημοπρασίες στη Γερμανία και την Ολλανδία έχουν ενισχύσει τις προσδοκίες σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο ότι σύντομα θα έρθει το τέλος για τις εγγυημένες τιμές στην αγορά ηλεκτρισμού. Αυτές οι επιδοτήσεις χρηματοδοτούνται μέσω των λογαριασμών που πληρώνουν οι καταναλωτές και οι βιομηχανίες για την ενέργεια. Ωστόσο, τόσο οι επενδυτές όσο και οι αναλυτές και οι παραγωγοί πρέπει να πεισθούν ότι τα μη επιδοτούμενα υπεράκτια αιολικά θα γίνουν η «νέα κανονικότητα». Ακόμη, υπάρχει προβληματισμός στην αγορά για το εάν θα γίνουν τελικά οι παραδόσεις των παραγόμενων ποσοτήτων ενέργειας μέσω των μη επιδοτούμενων υπεράκτιων αιολικών. Όπως επισημαίνει ένας εκπρόσωπος του χρηματοπιστωτικού κλάδου από τον τομέα των επενδύσεων σε ΑΠΕ, «η χρηματοδότηση των μη επιδοτούμενων υπεράκτιων αιολικών έργων αποτελεί τη μεγαλύτερη ανησυχία των επενδυτών». Ο διευθύνων σύμβουλος της Orsted, Henrik Poulsen, αναγνωρίζει τις ανησυχίες των επενδυτών. «Ξέρουμε πολύ καλά ότι οι δημοπρασίες για έργα χωρίς επιδότηση είναι κάπως πρόωρα σε σχέση με εκείνο που ανέμενε η αγορά», ανέφερε μιλώντας στους επενδυτές τον Απρίλιο, αμέσως μετά τη δημοπρασία στη Γερμανία.
Η Orsted ανέφερε ότι δεν απαιτείται να λάβει κάποια τελική επενδυτική απόφαση για τα γερμανικά project μέχρι το 2021. Παρά το γεγονός ότι προβλέπεται χρηματική ποινή ύψους 59 εκατ. ευρώ και τίθεται και θέμα ακύρωσης της συμφωνίας, ο κ. Paulsen υποστήριξε ότι «αν μέσα σε τέσσερα χρόνια το εγχείρημα δεν αποδειχθεί ελκυστικό θα το εγκαταλείψουμε και θα παραγραφεί η εγγύηση καλής εκτέλεσης».
Οι παραγωγοί οι οποίοι κάνουν τέτοια έργα βασίζονται στην άνοδο των τιμών ενέργειας στη χονδρική, σε επιπλέον μεγάλη μείωση του κόστους της βιομηχανίας και στη συνεχή ανάπτυξη της τεχνολογίας στις ανεμογεννήτριες.
Σήμερα, η εγκατεστημένη ισχύς φθάνει τα 9 μεγαβάτ αλλά μέχρι τα μέσα της επόμενης δεκαετίας, οι παραγωγοί προσδοκούν ότι θα υπάρξει αύξηση με πιο ισχυρές ανεμογεννήτριες στα 13-15 μεγαβάτ. Αυτό σημαίνει μικρότερη συμμετοχή ανά project.
Στην περίπτωση του σουηδικού ομίλου Vattenfall, η περιοχή στην οποί αφορά την εγκατάσταση αιολικού πάρκου βρίσκεται κοντά σε ένα άλλο αιολικό που έχει η εταιρεία, κάτι που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για επίτευξη οικονομικών κλίμακας για την επιχείρηση. Ο επικεφαλής της Vattenfall, Gunnar Groebler, θεωρεί ότι ο κίνδυνος από τέτοια project μπορεί να περιοριστεί με τη σύναψη μακροχρόνιων συμβολαίων με μεγάλες επιχειρήσεις, τα οποία είναι γνωστά στην αγορά ως συμφωνίες αγοράς ενέργειας (PPA).
Αυτές οι συμφωνίες γίνονται όλο και πιο δημοφιλείς στην ευρωπαϊκή αγορά και μεγάλες επιχειρήσεις όπως π.χ η Microsoft αναζητούν να μειώσουν τις εκπομπές άνθρακα και τα ενεργειακά τους κόστη. Παρ’ όλα αυτά, τραπεζικά στελέχη αναφέρουν ότι οι συμφωνίες αγοράς ενέργειας δεν έχουν ακόμη αναπτυχθεί αρκετά όπως έχει συμβεί στις ΗΠΑ. «Βλέπουμε να συνάπτονται περισσότερες τέτοιες συμφωνίες αλλά σε καμία περίπτωση αυτό δεν φθάνει στα επίπεδα που θα επιτρέψουν να αντικαταστήσουμε τις επιδοτήσεις», επισημαίνει ο Mark Muldowney, από τον κάδο ενέργειας και υποδομών της BNP Paribas.
Οι επενδυτές στα υπεράκτια αιολικά όπως είναι funds από τον χώρο της κατασκευής δεν δείχνουν πρόθυμοι να εκτεθούν στις τιμές της αγοράς χωρίς να υπάρχει επιδότηση, όπως προειδοποιεί ο κ. Muldowney. «Ο κόσμος ψάχνει για εφικτά έργα και προβλεπόμενα προσδοκώμενα έσοδα. Μπορεί να δουλέψει και με μικρότερες επιδοτήσεις αλλά η παντελής έλλειψη επιδοτήσεων είναι εκείνο που τον προβληματίζει περισσότερο. Δε νομίζω ότι πολύς κόσμος θα ήταν πρόθυμος να επενδύσει μεγάλα ποσά σε τέτοια έργα», σημείωσε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου