Ακόμη και στο αισιόδοξο σενάριο που καταφέρει να πουλήσει τις λιγνιτικές της μονάδες, τα μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ που θα εισπράξει η ΔΕΗ, θα της δώσουν μια ανάσα μερικών μηνών, δίχως να λύνουν το θεμελιώδες της πρόβλημα, που είναι η
αδυναμία είσπραξης των «κόκκινων» λογαριασμών.
Το πρόβλημα για τη ΔΕΗ είναι συστημικό. Κινδυνεύει να καταρρεύσει υπό το βάρος των απλήρωτων λογαριασμών, όπως ακριβώς κινδυνεύουν να βουλιάξουν οι τράπεζες από το βουνό των «κόκκινων» δανείων.
Τα «κόκκινα» λέγεται ότι αγγίζουν τα 3 δισ. ευρώ παρ’ ότι από την επιχείρηση που έχει εδώ και χρόνια πάψει να δημοσιεύει στοιχεία, υπολογίζονται σε 2,3-2,5 δισ. ευρώ, επίπεδα που ακόμη κι αν αληθεύουν αντιστοιχούν στο 60% του ετησίου τζίρου της.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι κάθε ημέρα που περνάει η ΔΕΗ μπαίνει μέσα κοντά στα 2 εκατ. ευρώ, ενώ στο εννεάμηνο οι ζημιές ήταν σχεδόν 300 εκατ. ευρώ, δηλαδή λίγο πάνω από 1 εκατομμύριο την ημέρα.
Απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα θα δοθούν τον Απρίλιο όταν η ΔΕΗ θα δημοσιεύσει τα ετήσια αποτελέσματα του 2018, και αν δεν της δοθεί κάποια έκτακτη κρατική ένεση, προκειμένου να τα καλλωπίσει, η εικόνα τους θα είναι άκρως ζημιογόνα, κρίνοντας από το γεγονός της μεγάλης επιβάρυνσης που είχε στο τελευταίο τρίμηνο από την άνοδο των ρύπων. Το κόστος αυτό εκτιμάται ότι εκτινάχθηκε σε 363 εκατ. το 2018, έναντι 175 εκατ. το 2017, και αναμένεται να μεγεθυνθεί κι άλλο φέτος, με το πρόσφατο ράλι των τιμών CO2 (+23% μέσα σε δύο εβδομάδες) να αποτελεί κακό οιωνό για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων.
Η επιχείρηση όμως καίγεται για ρευστό. Αν δεν εισέπραττε από το Δημόσιο 550 εκατ. ευρώ στο πλαίσιο της μεταξύ τους συμφωνίας να προπληρώνει την κατανάλωση ρεύματος ενός έτους με αντάλλαγμα έκπτωση 6%, δεν θα έβρισκε τα χρήματα που χρειάζεται για να αποπληρώσει το ομόλογο 350 εκατ. το οποίο λήγει το Μάιο.
Σε αυτή λοιπόν τη συγκυρία αποτελεί κοινό μυστικό ότι η συνεργασία με την εταιρεία Qualco για την εισπραξιμότητα των «κόκκινων» λογαριασμών, δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα. Τα φέσια φτάνουν, σύμφωνα με τη ΔΕΗ, στο ποσό των 2,3 δισ. ευρώ, εκ των οποίων περίπου 800 εκατ. χρωστούν οι «στρατηγικοί» κακοπληρωτές, δηλαδή οι λεγόμενοι «τελικοί πελάτες», που έχουν διακόψει την ηλεκτροδότηση του ακινήτου τους από τη ΔΕΗ, και οι οποίοι για διάφορους λόγους πληθαίνουν.
Όπως ακριβώς οι τράπεζες ψάχνουν χωρίς να έχουν ακόμη βρει, ένα σχέδιο για να αντιμετωπίσουν όσους έχουν μάθει τόσα χρόνια να κρύβονται πίσω από τους αδύναμους δανειολήπτες και τα παραθυράκια των νόμων, έτσι και η ΔΕΗ, ψάχνει ακόμη για λύσεις.
Σίγουρα τα προβλήματα δεν γεννήθηκαν χθες. Επί σειρά ετών οι προηγούμενες κυβερνήσεις, επιχειρούσαν να τετραγωνίσουν το κύκλο, δηλαδή να διατηρήσει η ΔΕΗ όλα τα χαρακτηριστικά ενός κρατικού μονοπωλίου σε μια απελευθερωμένη αγορά, ωστόσο η σημερινή της έδωσε τη χαριστική βολή.
Αρχικά την υποχρέωσε να μην κόβει το ρεύμα για οφειλές μέχρι 1.000 ευρώ, και εν συνεχεία αρνούμενη από ιδεοληπτική εμμονή μοντέλα τύπου «Μικρής ΔΕΗ», εφηύρε τρόπους που την έβαλαν ακόμη πιο βαθιά στο κόκκινο. Οι πειραματισμοί αυτοί της έχουν στοιχίσει πάνω από 1 δισ. ευρώ, μεγάλο τμήμα των οποίων προέρχεται από τις υποχρεωτικές δημοπρασίες της λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής της παραγωγής προς τον ανταγωνισμό, σε τιμές κάτω της χονδρικής, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος μείωσης κάτω του 50% του μεριδίου της, όπως τη συμφώνησε στο πλαίσιο του 3ου Μνημονίου.
Σήμερα η ΔΕΗ παλεύει να πουλήσει για δεύτερη φορά τις λιγνιτικές μονάδες της Μελίτης και της Μεγαλόπολης, και παρ’ ότι η ρύθμιση που ψήφισε πρόσφατα η κυβέρνηση, στρώνει το έδαφος προκειμένου να χαμηλώσει πολύ η αποτίμηση, και στην ουσία να γίνει δεκτό ένα χαμηλό τίμημα, εντούτοις στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος της Παρασκευής, εμφανίστηκαν οι ίδιοι πέντε υποψήφιοι του πρώτου διαγωνισμού, συν μια ακόμη κινεζική εταιρεία.
Ακόμη και στο πολύ αισιόδοξο σενάριο που πουληθούν τελικά οι μονάδες, σύντομα, θα συζητάμε ξανά για τα θεμελιώδη προβλήματα της ΔΕΗ, δηλαδή τους «κόκκινους» λογαριασμούς, το μισθολογικό κόστος που πρέπει να μειωθεί μέσω γενναίων αποχωρήσεων, τα τιμολόγια, εν ολίγοις τη βιωσιμότητα της επιχείρησης.
Του Γιώργου Φιντικάκη
www.liberal.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου