Μέρος της κάλυψης των αναγκών των πελατών της είναι συμφέρον να γίνεται με αγορά και όχι παραγωγή ενέργειας, όπως αναφέρει ο κ. Γ. Στάσσης.
Ο περιορισμός του μεριδίου της ΔΕΗ στην παραγωγή ρεύματος από τις μονάδες φυσικού αερίου που διαθέτει, δεν είναι κατ΄ ανάγκη επιζήμιος για τη επιχείρηση. Αυτό αναφέρει ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ κ. Γιώργος Στάσσης, σε διαβιβαστικό έγγραφο που απέστειλε στη Βουλή, δίνοντας διευκρινήσεις όσον αφορά στη συρρίκνωση του τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της επιχείρησης. Όπως εξηγεί ο ίδιος, όταν οι τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς κυμαίνονται σε ιδιαιτέρως χαμηλά επίπεδα, συμπιεσμένες από την υπερπροσφορά – μέσω διασυνδέσεων και παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) -, μέρος της κάλυψης των αναγκών των πελατών της είναι συμφέρον να γίνεται με αγορά ενέργειας και όχι από την παραγωγή της επιχείρησης.
Η ΔΕΗ, σύμφωνα με τον κ.
Στάσση, προμηθεύεται φυσικό αέριο στο πλαίσιο της πρόβλεψης των αναγκών
του επόμενου έτους, φροντίζοντας να διασφαλίσει επαρκείς ποσότητες σε
ανταγωνιστική τιμή. Όμως, ένα σημαντικό μέρος της προβλεπόμενης
κατανάλωσης στην παραγωγή καλύπτεται από συμβολαιοποιημένη ποσότητα,
μέσω μακροχρόνιας σύμβασης από το 2012 με τη ΔΕΠΑ, με όρους όχι τόσο
ευνοϊκούς, η οποία ωστόσο λήγει στο τέλους του έτους, οπότε θα υπάρξει
νέα διαπραγμάτευση.
Σήμερα το 75% της ετήσιας ποσότητας φυσικού αερίου που προμηθεύεται η
ΔΕΗ από τη ΔΕΠΑ έχει ρήτρα υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής
(ρήτρα «take or pay»). Με απλά λόγια το πληρώνει είτε το καταναλώσει,
είτε όχι. Επιπλέον, η τιμή του αερίου διαμορφώνεται σχεδόν αποκλειστικά
από τιμές προϊόντων πετρελαίου (BRENT) και όχι βάσει του δείκτη της
χρηματιστηριακής αξίας του φυσικού αερίου (ΤΤΦ).
«Οι μεταβολές των
διεθνών τιμών υγρών καυσίμων επηρεάζουν με χρονική υστέρηση την τιμή
προμήθειας από τη μακροχρόνια σύμβαση. Στο περιθώριο λοιπόν που έχει η
επιχείρηση – πέραν της μακροχρόνιας σύμβασης με τη ΔΕΠΑ – για την
προμήθεια της υπόλοιπης ποσότητας φυσικού αερίου για τις ανάγκες της
παραγωγής της, ήδη από το 2019 εμπλούτισε τις πηγές προμήθειας φυσικού
αερίου με τρεις νέες συμβάσεις, κατόπιν διαγωνισμών που αντανακλούν τις
τιμές αγοράς του φυσικού αερίου σε πραγματικό χρόνο. Η δραστηριοποίηση
της εταιρείας στην προμήθεια αερίου εντάθηκε ακόμη περισσότερο
συμπεριλαμβάνοντας και το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), με αποτέλεσμα
την περαιτέρω μείωση της τιμής προμήθειας αερίου», σημειώνει ο κ.
Στάσσης.
Το χαρτοφυλάκιο των νέων συμβάσεων έχει μειωμένο κόστος
σε σύγκριση με τη μακροχρόνια σύμβαση ΔΕΗ – ΔΕΠΑ για το α΄ τρίμηνο του
2020 κατά 20% και για το β΄ τρίμηνο κατά περίπου 50%. Μάλιστα, όπως
υποστηρίζει ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, το σημερινό χαρτοφυλάκιο
προμήθειας φυσικού αερίου της ΔΕΗ «είναι σημαντικά αποδοτικότερο και πιο
ανταγωνιστικό και θα υπάρξει περαιτέρω βελτίωση με τη λήξη της
μακροχρόνιας σύμβασης στο τέλος του 2020».
Τέλος, ο κ. Στάσσης
αναλύει λεπτομερώς τους εξωγενείς παράγοντες που το πρώτο τρίμηνο του
2020 περιόρισαν την παραγωγή ενέργειας από τις μονάδες φυσικού αερίου
που διαθέτει η ΔΕΗ εστιάζοντας σε δύο σημεία. Καταρχάς στο γεγονός ότι
έπρεπε – ακόμη και επί ζημία – να λειτουργήσει η ΔΕΗ τις λιγνιτικές
μονάδες για να μην διακοπεί τον χειμώνα η τηλεθέρμανση των πόλεων στη
Δυτική Μακεδονία και δεύτερον στις στρεβλώσεις που οδήγησαν τη σύγχρονη
μονάδα φυσικού αερίου «Μεγαλόπολη V», εγκατεστημένης ισχύος 811 MW, να
περιοριστεί το πρώτο τρίμηνο του έτους σε ένα μέσο φορτίο 235 MW.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου