Ερωτήματα προκύπτουν από τον στόχο διείσδυσης ΑΠΕ κατά 27% ως το
2030 που υιοθέτησε στα τέλη Νοεμβρίου η Κομισιόν, στα πλαίσια του
«χειμερινού πακέτου» με τις ενεργειακές προτάσεις της.
Βεβαίως, ο στόχος είχε ανακοινωθεί αρχικά παλαιότερα, αλλά δεν ήταν
βέβαιο αν θα παραμείνει ίδιος, πράγμα που τελικά έγινε. Η υιοθέτησή του,
όμως, γεννά μια σειρά από
ερωτήματα που ζητούν απάντηση και μέχρι
στιγμής δεν την έχουμε λάβει από τις Βρυξέλλες.
Ίσως το πιο βασικό ερώτημα είναι το εξής: Στο παρελθόν ακούγαμε ότι η
ανάπτυξη των ΑΠΕ διεθνώς, αλλά και στην Ευρώπη, θα είναι πιο δύσκολη
αρχικά και καθώς οι τεχνολογίες τους ωριμάζουν, το κόστος τους υποχωρεί
και αρχίζουν να λειτουργούν οι οικονομίες κλίμακας, θα γίνεται ολοένα
και ευκολότερη. Κατ’ επέκταση, γιατί η Ε.Ε. υιοθετεί ένα στόχο 27% για
το 2030, ενώ υιοθέτησε παλαιότερα στόχο 20% για το 2020. Αυτό δεν
συνιστά μια αδικαιολόγητη επιβράδυνση για τον κλάδο;
Προς υπεράσπιση της Κομισιόν, ο διακηρυγμένος στόχος του 27% αποτελεί
ένα ελάχιστο υλοποιήσιμο ποσοστό, το οποίο ενδέχεται να ξεπεραστεί στην
πράξη. Αξίζει να σημειωθεί επίσης, ότι ο στόχος είναι καθαρά
πανευρωπαϊκός στη φύση του αυτή τη φορά και οι Βρυξέλλες δεν θα
επιβάλουν συγκεκριμένους εθνικούς στόχους. Αντιθέτως, τα κράτη-μέλη θα
κληθούν να αναπτύξουν αυτόνομα εθνικούς στόχους.
Φαίνεται, όμως, ότι η Κομισιόν αποδέχεται μέσω του στόχου 27% τις
νέες πραγματικότητες στην αγορά ηλεκτρισμού και συγκεκριμένα ότι η
διείσδυση των ΑΠΕ πέρα από κάποιο σημείο προκαλεί επιπλοκές στα δίκτυα,
οι οποίες πρέπει να αντιμετωπιστούν με πολύ προσεκτικό προγραμματισμό
και επενδύσεις. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στη Γερμανία, όπου εκτός
από τεχνικές δυσκολίες και υπερφόρτωση του δικτύου, παρατηρούνται και
επιπτώσεις οικονομικής φύσης, όπως αρνητικές οριακές τιμές στην αγορά
κτλ.
Τα παραπάνω φαινόμενα οδήγησαν προφανώς την Κομισιόν σε μια πιο
συντηρητική στάση, την οποία υιοθέτησε και ο επίτροπος Ενέργειας, Αριέλ
Κανιέτε, κατά την παρουσίαση του «χειμερινού πακέτου». Ο ίδιος,
απαντώντας σε ερωτήσεις για το κατά πόσο είναι φιλόδοξοι οι στόχοι στις
ΑΠΕ και στην εξοικονόμηση ενέργειας, είπε ότι πρόκειται για πολύ
δύσκολους στόχους και συνέστησε σύνεση. Η Κομισιόν σε ανακοίνωσή
της τόνισε ότι "η συνέχιση των υφιστάμενων πολιτικών των κρατών-μελών θα
οδηγούσε στην επίτευξη ποσοστού μόλις 24,3% ως το 2030", αναγνωρίζοντας
έτσι τις δυσκολίες και την ανάγκη αναθεώρησης ολόκληρου του σχεδιασμού.
Ακόμη ένα ερώτημα που προέκυψε από τις ανακοινώσεις του «χειμερινού
πακέτου» έχει να κάνει με τις συνολικές εγκαταστάσεις ΑΠΕ στα τέλη του
2015. Η Ευρωπαϊκή Περιβαλλοντική Υπηρεσία έχει ανακοινώσει ότι έφτασαν
το 16,4% της πρωτογενους ενεργειακής κατανάλωσης πέρυσι, αλλά η Κομισιόν
ανέφερε ένα ποσοστό 17% στα δικά της κείμενα προτάσεων που κυκλοφόρησαν
στα τέλη Νοεμβρίου.
Αν το ποσοστό είναι 17%, τότε η ετήσια πρόοδος των ΑΠΕ κατά την
οκταετία 2008-2015 ανέρχεται σε 0,825%. Αντιθέτως, ο στόχος για το 2030
προβλέπει πρόοδο μόλις 0,7% ετησίως, όπως επισημαίνει ο αναλυτής
Καρλ-Φρίντριχ Λεντς. Όλα αυτά ενώ το κόστος της αιολικής
ενέργειας, υποχώρησε κατά 30% από το 2008 ως το 2015 και το αντίστοιχο
κόστος των φωτοβολταϊκών, μειώθηκε επίσης σε πολύ μεγάλο ποσοστό.
Τέλος, υπάρχουν αρκετές ασάφειες σχετικά με τον συντονιστικό ρόλο της
Κομισιόν και το πώς θα «δέσουν» πανευρωπαϊκά οι εθνικοί στόχοι και τα
σχετικά προγράμματα ανάπτυξης των ΑΠΕ με ορίζοντα το 2030. Οι νέες
προτάσεις των Βρυξελλών προβλέπουν ότι η αρχή θα γίνει το 2018 με τη
σύνταξη προσχεδίων από τα κράτη-μέλη, τα οποία θα λειτουργήσουν ως βάση
για την πρώτη επισκόπηση από την πλευρά των Βρυξελλών, αλλά και για
σχετικές προτάσεις εκ μέρους της. Στη συνέχεια, το 2021, τα κράτη-μέλη
θα αρχίσουν να εφαρμόζουν τα σχέδιά τους και ο ρόλος της Κομισιόν θα
είναι να παρακολουθεί την εφαρμογή. Αυτό που δεν είναι σαφές, όμως,
είναι το τι θα συνιστά παραβίαση των κατευθυντήριων γραμμών της Ε.Ε. και
το πώς θα αποφεθχεί το ενδεχόμενο να αναθέτει το ένα κράτος στο άλλο
την ευθύνη για μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ, ώστε να αποφύγει τα κόστη.
Όπως συμβαίνει συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις και όπως μας έχει
συνηθίσει η Ε.Ε., τα πράγματα μάλλον θα προχωρήσουν βήμα-βήμα στα
πλαίσια μιας διαδικασίας προσαρμογής τόσο των κρατών-μελών, όσο και των
ιδιων των Βρυξελλών στη νέα πραγματικότητα.
Τέλος, ένα πολύ βασικό θέμα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η Ε.Ε. την
επόμενη δεκαετία είναι ότι πλέον θα αρχίσουν να αποσύρονται παλαιότερες
μονάδες ΑΠΕ, πράγμα που δεν συνέβαινε μέχρι τώρα. Κατ' επέκταση, για
κάθε ισχύ που θα προστίθεται στο σύστημα, θα υπάρχει και ισχύς που θα
τίθεται εκτός συστήματος, με ότι συνεπάγεται αυτό για τον προγραμματισμό
και τους στόχους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου