Οι μεγάλες ανακατατάξεις που αναμένονται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο
μεταξύ των επιχειρήσεων του τομέα ενέργειας, θα επηρεάσουν αναπόφευκτα
και τη ΔΕΗ που βρίσκεται ήδη μπροστά σε σοβαρές αλλαγές και ανασχεδιασμό
της στρατηγικής της
Έντονη κινητικότητα για εξαγορές και συγχωνεύσεις μεγάλων
ενεργειακών επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας στην Ευρώπη καταγράφεται το
τελευταίο διάστημα από τα διεθνή μέσα.
Ενδεικτικό είναι πρόσφατο δημοσίευμα του Reuters σύμφωνα με το οποίο αρχίζει στην Ευρώπη μια νέα περίοδος ανακατατάξεων στον ενεργειακό τομέα που θα χαρακτηριστεί από κύμα εξαγορών και συγχωνεύσεων και αναμένεται να διαρκέσει όλη την επόμενη δεκαετία.
Παρά το γεγονός ότι μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν απτά αποτελέσματα όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το Reuters «όλοι συζητάνε με όλους», ενώ μεγάλοι οίκοι όπως η Rothschild, η Morgan Stanley και η Citigroup έχουν αναλάβει το ρόλο του συμβούλου των ευρωπαίων γιγάντων της ενέργειας εν όψει του κύματος εξαγορών και συγχωνεύσεων που προβλέπουν οι αναλυτές.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον η ΔΕΗ, υπό την πίεση του Μνημονίου και μετά από χρόνια αρνήσεων, αντιδράσεων και παλινωδιών, φαίνεται να έχει αποφασίσει πλέον ότι θα προχωρήσει συντεταγμένα και με στόχο την εξασφάλιση θετικού οικονομικού αποτελέσματος, στην πώληση του 40% των λιγνιτικών μονάδων της.
Την ίδια ώρα η κυβέρνηση μέσω του ΤΑΙΠΕΔ θέτει ως στόχο για το 2018 τη διάθεση του 17% του μετοχικού κεφαλαίου της επιχείρησης εφόσον πρώτα έχει προχωρήσει η πώληση των λιγνιτικών μονάδων.
Έτσι, οι ανακατατάξεις και η κινητικότητα που καταγράφεται μεταξύ των εταιριών κοινής ωφέλειας της Ευρώπης ενδεχομένως να αποτελέσουν ένα θετικό momentum για τη ΔΕΗ, η οποία στοχεύει βεβαίως καθυστερημένα στην ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της στις ΑΠΕ, την λιανική αγορά ρεύματος και παροχής ενεργειακών υπηρεσιών ενώ παράλληλα κοιτά και προς το εξωτερικό όπως δήλωσε πρόσφατα ο επικεφαλής της Μανώλης Παναγιωτάκης.
Η συνένωση δυνάμεων των Ιβήρων που απειλεί Edf και Enel
Σε ότι αφορά το ευρωπαϊκό περιβάλλον, πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters από τη Μαδρίτη και τη Φρανκφούρτη το έναυσμα της διαδικασίας ανακατατάξεων φαίνεται ότι έχει δοθεί από την ισπανική Gas Natural, ο πρόεδρος της οποίας Isidre Faine βρίσκεται σε συζητήσεις με τον πρόεδρο της πορτογαλικής Energias de Portugal (EDP) για μια συμφωνία ύψους 35 δισ. ευρώ που αναμένεται να οδηγήσει στη δημιουργία της τέταρτης μεγαλύτερης επιχείρησης κοινής ωφέλειας της Ευρώπης.
Σύμφωνα με τραπεζίτες και αναλυτές, η δημιουργία ενός νέου ενεργειακού πρωταθλητή στην Ιβηρική, θα απειλήσει την κυριαρχία της γαλλικής EdF και της ιταλικής Enel και θα μπορούσε να ενεργοποιήσει κύμα ευρωπαϊκών συγχωνεύσεων και εξαγορών σε έναν τομέα που θεωρείται ώριμος για ενοποίηση.
Πρέπει να σημειωθεί ότι την προηγούμενη δεκαετία οι ενεργειακές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας της Ευρώπης δέχθηκαν ισχυρότατα πλήγματα λόγω των αλλαγών στο παραδοσιακό μοντέλο της κεντρικής παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας από μεγάλους σταθμούς άνθρακα, αερίου και πυρηνικής ενέργειας και της στροφής προς τις ΑΠΕ.
Μέχρι στιγμής προκειμένου να αντιμετωπίσουν σε αυτές τις αλλαγές οι παραδοσιακές επιχειρήσεις επέκτειναν τις δραστηριότητες τους στις ΑΠΕ και προσέφεραν στους πελάτες τους ψηφιακές συσκευές για να ελέγχουν την ενεργειακή τους κατανάλωση.
Ωστόσο εκτιμάται ότι η αύξηση του μεγέθους τους μέσω των εξαγορών θα βοηθούσε να διαχειριστούν καλύτερα τη μετάβαση στην νέα εποχή.
Εξάλλου η επικείμενη κατάργηση των επιδοτήσεων και της προτιμησιακής πρόσβασης στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας των ΑΠΕ θα περιορίσουν τα έσοδα τους και θα τις ωθήσει προς την ενοποίηση.
Στο κατώφλι μεγάλων αλλαγών
Τώρα πλέον, σύμφωνα με τους αναλυτές, εταιρίες όπως η Gas Natural και η γερμανική RWE έχοντας καθαρίσει τους ισολογισμούς τους μπορούν να στραφούν στην πραγματοποίηση εξαγορών ή ανταλλαγής μετοχών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι γερμανικές E.ON και RWE έχουν ήδη διαχωρίσει τις δραστηριότητες τους στις ΑΠΕ και τη λιανική.
Η E.ON έχει διατηρήσει τις ΑΠΕ και έχει μεταβιβάσει τα παλιά εργοστάσιά της στη Uniper, ενώ η RWE, κράτησε τα παραδοσιακά εργοστάσιά της και δημιούργησε την Innogy για τις πράσινες δραστηριότητες της και τη λιανική.
Με κεφαλαιοποιήσεις περίπου 19 δισ. ευρώ, η E.ON και η Innogy είναι λιγότερο από το ήμισυ του μεγέθους της Enel και της Iberdrola που η κεφαλαιοποίηση τους ανέρχεται σε 56 δισ. ευρώ και 50 δισ. ευρώ αντίστοιχα.
Στη Γαλλία, η Engie εστιάζει στα δίκτυα και τις ΑΠΕ, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες του Reuters αρκετές επενδυτικές τράπεζες προσπαθούν να σχεδιάσουν μια ανταλλαγή μετοχών μεταξύ της Engie και της RWE, η οποία θα μπορούσε να δημιουργήσει γαλλογερμανικό ενεργειακό γίγαντα.
Στην Ισπανία η Iberdrola, συνεργάζεται με την αμερικανική επενδυτική τράπεζα Morgan Stanley για να μελετήσει τις επενδυτικές ευκαιρίες ενώ η Gas Natural απευθύνθηκε για συμβουλές στη Citigroup.
«Όλοι μιλάνε σε όλους, αλλά υπάρχουν μόνο λίγες συμφωνίες που πραγματικά έχουν νόημα: η Iberdrola - Innogy μπορεί να είναι μία από αυτές» δήλωσε στο Reuters τραπεζίτης, ενώ και η ιταλική Enel έχει επανειλημμένα αρνηθεί οποιοδήποτε ενδιαφέρον για την Innogy μετά από σχετικά δημοσιεύματα.
Εξάλλου Φινλανδική Fortum λέγεται ότι ενδιαφέρεται για τα σκανδιναβικά περιουσιακά στοιχεία της Uniper, η οποία σύμφωνα με τραπεζικές πηγές ήταν επίσης στόχος για τους Τσέχους της CEZ και της EPH
Εκτός από τις στρατηγικές μετατοπίσεις που διαμορφώνουν τον τομέα, η ζήτηση για συμφωνίες προέρχεται επίσης συνταξιοδοτικά και επενδυτικά funds, που κυνηγούν τα περιουσιακά στοιχεία για να παράγουν σταθερές και αξιόπιστες αποδόσεις, καθώς οι χαμηλές αποδόσεις από τίτλους σταθερής απόδοσης που παραδοσιακά κατέχουν καθιστούν όλο και πιο δύσκολο να χρηματοδοτούν τις υποχρεώσεις τους.
Εξάλλου επενδυτικά funds είναι μεταξύ πέντε υποψηφίων που αναμένεται να υποβάλουν δεσμευτικές προσφορές τον Σεπτέμβριο για τα ιταλικά περιουσιακά στοιχεία της Gas Natural, η οποία συνεργάζεται με την Rothschild για την πώληση.
Ενδεικτικό είναι πρόσφατο δημοσίευμα του Reuters σύμφωνα με το οποίο αρχίζει στην Ευρώπη μια νέα περίοδος ανακατατάξεων στον ενεργειακό τομέα που θα χαρακτηριστεί από κύμα εξαγορών και συγχωνεύσεων και αναμένεται να διαρκέσει όλη την επόμενη δεκαετία.
Παρά το γεγονός ότι μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν απτά αποτελέσματα όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το Reuters «όλοι συζητάνε με όλους», ενώ μεγάλοι οίκοι όπως η Rothschild, η Morgan Stanley και η Citigroup έχουν αναλάβει το ρόλο του συμβούλου των ευρωπαίων γιγάντων της ενέργειας εν όψει του κύματος εξαγορών και συγχωνεύσεων που προβλέπουν οι αναλυτές.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον η ΔΕΗ, υπό την πίεση του Μνημονίου και μετά από χρόνια αρνήσεων, αντιδράσεων και παλινωδιών, φαίνεται να έχει αποφασίσει πλέον ότι θα προχωρήσει συντεταγμένα και με στόχο την εξασφάλιση θετικού οικονομικού αποτελέσματος, στην πώληση του 40% των λιγνιτικών μονάδων της.
Την ίδια ώρα η κυβέρνηση μέσω του ΤΑΙΠΕΔ θέτει ως στόχο για το 2018 τη διάθεση του 17% του μετοχικού κεφαλαίου της επιχείρησης εφόσον πρώτα έχει προχωρήσει η πώληση των λιγνιτικών μονάδων.
Έτσι, οι ανακατατάξεις και η κινητικότητα που καταγράφεται μεταξύ των εταιριών κοινής ωφέλειας της Ευρώπης ενδεχομένως να αποτελέσουν ένα θετικό momentum για τη ΔΕΗ, η οποία στοχεύει βεβαίως καθυστερημένα στην ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της στις ΑΠΕ, την λιανική αγορά ρεύματος και παροχής ενεργειακών υπηρεσιών ενώ παράλληλα κοιτά και προς το εξωτερικό όπως δήλωσε πρόσφατα ο επικεφαλής της Μανώλης Παναγιωτάκης.
Η συνένωση δυνάμεων των Ιβήρων που απειλεί Edf και Enel
Σε ότι αφορά το ευρωπαϊκό περιβάλλον, πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters από τη Μαδρίτη και τη Φρανκφούρτη το έναυσμα της διαδικασίας ανακατατάξεων φαίνεται ότι έχει δοθεί από την ισπανική Gas Natural, ο πρόεδρος της οποίας Isidre Faine βρίσκεται σε συζητήσεις με τον πρόεδρο της πορτογαλικής Energias de Portugal (EDP) για μια συμφωνία ύψους 35 δισ. ευρώ που αναμένεται να οδηγήσει στη δημιουργία της τέταρτης μεγαλύτερης επιχείρησης κοινής ωφέλειας της Ευρώπης.
Σύμφωνα με τραπεζίτες και αναλυτές, η δημιουργία ενός νέου ενεργειακού πρωταθλητή στην Ιβηρική, θα απειλήσει την κυριαρχία της γαλλικής EdF και της ιταλικής Enel και θα μπορούσε να ενεργοποιήσει κύμα ευρωπαϊκών συγχωνεύσεων και εξαγορών σε έναν τομέα που θεωρείται ώριμος για ενοποίηση.
Πρέπει να σημειωθεί ότι την προηγούμενη δεκαετία οι ενεργειακές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας της Ευρώπης δέχθηκαν ισχυρότατα πλήγματα λόγω των αλλαγών στο παραδοσιακό μοντέλο της κεντρικής παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας από μεγάλους σταθμούς άνθρακα, αερίου και πυρηνικής ενέργειας και της στροφής προς τις ΑΠΕ.
Μέχρι στιγμής προκειμένου να αντιμετωπίσουν σε αυτές τις αλλαγές οι παραδοσιακές επιχειρήσεις επέκτειναν τις δραστηριότητες τους στις ΑΠΕ και προσέφεραν στους πελάτες τους ψηφιακές συσκευές για να ελέγχουν την ενεργειακή τους κατανάλωση.
Ωστόσο εκτιμάται ότι η αύξηση του μεγέθους τους μέσω των εξαγορών θα βοηθούσε να διαχειριστούν καλύτερα τη μετάβαση στην νέα εποχή.
Εξάλλου η επικείμενη κατάργηση των επιδοτήσεων και της προτιμησιακής πρόσβασης στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας των ΑΠΕ θα περιορίσουν τα έσοδα τους και θα τις ωθήσει προς την ενοποίηση.
Στο κατώφλι μεγάλων αλλαγών
Τώρα πλέον, σύμφωνα με τους αναλυτές, εταιρίες όπως η Gas Natural και η γερμανική RWE έχοντας καθαρίσει τους ισολογισμούς τους μπορούν να στραφούν στην πραγματοποίηση εξαγορών ή ανταλλαγής μετοχών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι γερμανικές E.ON και RWE έχουν ήδη διαχωρίσει τις δραστηριότητες τους στις ΑΠΕ και τη λιανική.
Η E.ON έχει διατηρήσει τις ΑΠΕ και έχει μεταβιβάσει τα παλιά εργοστάσιά της στη Uniper, ενώ η RWE, κράτησε τα παραδοσιακά εργοστάσιά της και δημιούργησε την Innogy για τις πράσινες δραστηριότητες της και τη λιανική.
Με κεφαλαιοποιήσεις περίπου 19 δισ. ευρώ, η E.ON και η Innogy είναι λιγότερο από το ήμισυ του μεγέθους της Enel και της Iberdrola που η κεφαλαιοποίηση τους ανέρχεται σε 56 δισ. ευρώ και 50 δισ. ευρώ αντίστοιχα.
Στη Γαλλία, η Engie εστιάζει στα δίκτυα και τις ΑΠΕ, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες του Reuters αρκετές επενδυτικές τράπεζες προσπαθούν να σχεδιάσουν μια ανταλλαγή μετοχών μεταξύ της Engie και της RWE, η οποία θα μπορούσε να δημιουργήσει γαλλογερμανικό ενεργειακό γίγαντα.
Στην Ισπανία η Iberdrola, συνεργάζεται με την αμερικανική επενδυτική τράπεζα Morgan Stanley για να μελετήσει τις επενδυτικές ευκαιρίες ενώ η Gas Natural απευθύνθηκε για συμβουλές στη Citigroup.
«Όλοι μιλάνε σε όλους, αλλά υπάρχουν μόνο λίγες συμφωνίες που πραγματικά έχουν νόημα: η Iberdrola - Innogy μπορεί να είναι μία από αυτές» δήλωσε στο Reuters τραπεζίτης, ενώ και η ιταλική Enel έχει επανειλημμένα αρνηθεί οποιοδήποτε ενδιαφέρον για την Innogy μετά από σχετικά δημοσιεύματα.
Εξάλλου Φινλανδική Fortum λέγεται ότι ενδιαφέρεται για τα σκανδιναβικά περιουσιακά στοιχεία της Uniper, η οποία σύμφωνα με τραπεζικές πηγές ήταν επίσης στόχος για τους Τσέχους της CEZ και της EPH
Εκτός από τις στρατηγικές μετατοπίσεις που διαμορφώνουν τον τομέα, η ζήτηση για συμφωνίες προέρχεται επίσης συνταξιοδοτικά και επενδυτικά funds, που κυνηγούν τα περιουσιακά στοιχεία για να παράγουν σταθερές και αξιόπιστες αποδόσεις, καθώς οι χαμηλές αποδόσεις από τίτλους σταθερής απόδοσης που παραδοσιακά κατέχουν καθιστούν όλο και πιο δύσκολο να χρηματοδοτούν τις υποχρεώσεις τους.
Εξάλλου επενδυτικά funds είναι μεταξύ πέντε υποψηφίων που αναμένεται να υποβάλουν δεσμευτικές προσφορές τον Σεπτέμβριο για τα ιταλικά περιουσιακά στοιχεία της Gas Natural, η οποία συνεργάζεται με την Rothschild για την πώληση.
www.worldenergynews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου