Η ΔΕΗ, η μεγαλύτερη επιχείρηση ηλεκτρισμού της χώρας έχει
βυθιστεί το τελευταίο χρονικό διάστημα σε μια κρίση άνευ προηγουμένου, η
οποία χαρακτηρίζεται από πολλούς ως «συστημικός κίνδυνος» για την
εθνική οικονομία. Τα αίτια και οι παράγοντες που την οδήγησαν ως εδώ
είναι πολλοί, ωστόσο η εμμονή εξάρτησης της ΔΕΗ από το πλέον πιο
ρυπογόνο καύσιμο
του πλανήτη, είναι τουλάχιστον καταστροφική.
Ο λιγνίτης έχει πλέον καταλήξει να αποτελεί βραχνά για τη
ΔΕΗ, γεγονός που αποτυπώνεται στην αδυναμία πώλησης του 40% του
λιγνιτικού δυναμικού της. Η ίδια η αγορά έχει αποτιμήσει το ρίσκο και
φυσικά δεν ενδιαφέρεται να μπει σε αντίστοιχες περιπέτειες χωρίς
κέρδος.
Το γεγονός ότι θα φτάναμε προ αδιεξόδου ήταν γνωστό εδώ και χρόνια
Το νέο ευρω-ενωσιακό πλαίσιο για την ενέργεια και την
κλιματική αλλαγή στόχευε στην άνοδο των τιμών CO2 έτσι ώστε τα κράτη
μέλη να αναγκαστούν να προχωρήσουν στην ενεργειακή τους μετάβαση σε
καθαρές μορφές ενέργειας. Πράγματι, αρκετές χώρες αποδεσμεύτηκαν από το
κάρβουνο με χρονοδιαγράμματα απόσυρσης των αντίστοιχων μονάδων τους σε
σύντομο χρονικό διάστημα. Η ΔΕΗ όμως εθελοτυφλούσε προσδοκώντας να
εξαιρεθεί από το νέο σύστημα εμπορίας εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου
και να αποκτήσει δωρεάν δικαιώματα εκπομπών, κάτι το οποίο δεν συνέβη
ποτέ.
Στο μεσοδιάστημα, είχε αποφασιστεί η κατασκευή της
μεγαλύτερης ενεργειακής επένδυσης της χώρας, της λιγνιτικής μονάδας
Πτολεμαΐδας V, ισχύος 660 MW και κόστους 1,4 δισεκ. ευρώ. Προσφάτως
ανακοινώθηκε ότι μέχρι στιγμής έχουν δαπανηθεί 950 εκατ ευρώ για μια
επένδυση την οποία ο ίδιος ο Πρόεδρος της ΔΕΗ έχει χαρακτηρίσει
οικονομικά μη βιώσιμη ήδη από το 2016! Μόνο για την αγορά δικαιωμάτων
εκπομπών CO2 θα απαιτούνται πάνω από 100 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Αντί
όμως, να αναγνωριστεί το αδιέξοδο, η κυβέρνηση προσπαθεί με τη θέσπιση
Μόνιμου Μηχανισμού Διασφάλιση Ισχύος να εξαιρέσει την Πτολεμαΐδα V από
τον νέο κανονισμό για την ενεργειακή αγορά, ο οποίος απαγορεύει τη
χορήγηση ΑΔΙ σε όλες τις μονάδες που εκπέμπουν πάνω από 550 γραμμάρια
ανά τόνο CO2. Για άλλη μια φορά, επιχειρείται να ακολουθηθεί ο δρόμος
των εξαιρέσεων την στιγμή που ακόμη και αν εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή
Επιτροπή - πράγμα αμφίβολο - η λειτουργία της Πτολεμαΐδας V θα είναι
πάλι ζημιογόνος, αφού ο εν λόγω Μηχανισμός θα καλύπτει μόλις τα 42 εκατ
από τα 100 εκατ που θα απαιτούνται για την αγορά δικαιωμάτων εκπομπών.
Δεν είναι μόνο η Πτολεμαΐδα V το μοναδικό πρόβλημα
Η ελληνική κυβέρνηση έχει μονομερώς αποφασίσει τη συνέχιση
της λειτουργίας του ΑΗΣ Αμυνταίου Ι και ΙΙ καθώς και προσφάτως του ΑΗΣ
Καρδιάς ΙΙΙ και IV. Και οι δύο σταθμοί λειτουργούσαν κατά παρέκκλιση της
οδηγίας για τις βιομηχανικές εκπομπές επιπλέον 17.500 ώρες, ενώ η
κυβέρνηση αποφάσισε την παράταση της λειτουργίας τους στις 32.000, μια
απόφαση προφανώς παράνομη ως προς το κοινοτικό δίκαιο. Σε περίπτωση
επιβολής προστίμων ο λογαριασμός θα πάει φυσικά στους πολίτες.
Η κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές θα πρέπει να
αναλάβει άμεσα δράση και πρωτοβουλίες για τη λιγνιτική παραγωγή και τη
ΔΕΗ συνολικά. Συγκεκριμένα οι άμεσες ενέργειες θα πρέπει να είναι οι
εξής:
- Απόσυρση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) και επανυποβολή του με χρονοδιάγραμμα απόσυρσης όλων των λιγνιτικών μονάδων μέχρι το 2030.
- Ακύρωση της αποεπένδυσης του 40% του λιγνιτικού δυναμικού της ΔΕΗ. Το μόνο που έχει να προσφέρει είναι το «φιλί της ζωής» στον λιγνίτη.
- Πάγωμα της κατασκευής της Πτολεμαΐδας V.
- Να απομακρυνθεί κάθε ενδεχόμενο επιβολής ρήτρας CO2 στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος. Ο Έλληνας καταναλωτής δεν μπορεί να επωμίζεται λάθη, αβλεψίες και κακά επιχειρηματικά σχέδια.
Ήρθε η ώρα να προχωρήσουμε πέρα από τον λιγνίτη μέσω
μιας διαδικασίας που θα φροντίσει τους εργαζομένους και τις τοπικές
κοινωνίες των λιγνιτικών περιοχών. Η Ελλάδα έχει ανάγκη από μια δημόσια
επιχείρηση ηλεκτρισμού, η οποία θα είναι οικονομικά εύρωστη με το βλέμμα
της στραμμένο στις καθαρές μορφές ενέργειας. Είναι ευκαιρία για τη ΔΕΗ
να πιάσει το νήμα από εκεί που το είχε αφήσει το 1982 όταν, πρώτη στην
Ευρώπη, εγκατέστησε υβριδικό σταθμό ενέργειας από ΑΠΕ στην Κύθνο.
του Σταύρου Μαυρογένη, υπεύθυνος τομέα ενεργειακής κλιματικής πολιτικής του WWF Ελλάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου