Τους λόγους που η επιχείρηση βρίσκεται σήμερα σε δυσχερή θέση περιγράφει ο συνδικαλιστικός εκπρόσωπος των εργαζομένων της. Ασκεί κριτική στα σχέδια της κυβέρνησης, ενώ σημειώνει με έμφαση ότι «υπάρχουν προβλήματα ρευστότητας στην επιχείρηση, αλλά δεν βρίσκεται υπό κατάρρευση»
Του Χρόνη Διαμαντόπουλου
diamantopoulos@neaselida.news
Οι λανθασμένοι χειρισμοί, οι πολιτικές σκοπιμότητες αλλά και τα υπέρογκα ποσά που πληρώνει η ΔΕΗ για τα δικαιώματα εκπομπών
ρύπων, ενώ θα μπορούσε να τα έχει εξασφαλίσει δωρεάν, είναι οι βασικές αιτίες που έφεραν τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού στο χείλος του γκρεμού. Οι κινήσεις της νέας κυβέρνησης προκαλούν αντιδράσεις στους εργαζόμενους και στους συνδικαλιστικούς φορείς της ΔΕΗ, με τον πρόεδρο της ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ, Γιώργο Αδαμίδη,
να δηλώνει, μεταξύ άλλων, στη συνέντευξη που παραχώρησε στη «Νέα
Σελίδα» ότι «το ξεπούλημα της ΔΕΗ είναι μια κίνηση εθνικά επιζήμια και
χωρίς οφέλη για τους καταναλωτές».
Κύριε Αδαμίδη, είναι
αποδεκτό σχεδόν απ’ όλους ότι η ΔΕΗ έχει τεράστια οικονομικά προβλήματα,
προκαλώντας ελλείμματα που είναι αναγκαίο να καλυφθούν άμεσα. Χωρίς να
μπούμε σε αριθμούς, θέλετε να περιγράψετε τη δική σας εκδοχή για την
κρίση στην οποία έχει περιέλθει σήμερα η επιχείρηση;
Η σημερινή κατάσταση της ΔΕΗ είναι αποτέλεσμα μιας αλυσίδας γεγονότων,
καταστάσεων και αποφάσεων. Συμφωνώ να μην μπούμε στους αριθμούς, όπως
λέτε, αλλά να κάνουμε μια άθροιση στο τέλος. Η ΔΕΗ, όπως ξέρετε, είναι ο αποδοτικός φοροεισπρακτικός μηχανισμός του κράτους και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Ταυτόχρονα, εισπράττει για λογαριασμό τρίτων όλα εκείνα τα δυσνόητα για
τους καταναλωτές που αφορούν στις ρυθμιζόμενες χρεώσεις.
Εχουμε και λέμε: Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ), Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ), ΕΡΤ, λοιπές χρεώσεις, Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (ΕΦΚ), ειδικό τέλος για τους τελωνειακούς.
Σε αυτά όλα πρέπει να προστεθούν επίσης οι στρεβλώσεις της ελληνικής
αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με στόχο την απελευθέρωση σε βάρος της ίδιας
της ΔΕΗ, του καταναλωτή και των εργαζομένων.
Από το χαράτσι (ΕΕΤΗΔΕ), τον Μηχανισμό Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους (ΜΑΜΚ), τον Μεταβλητό Μηχανισμό Αποζημίωσης Ευελιξίας (ΜΜΑΕ),
τα Αποδεικτικά Διαθεσιμότητας Ισχύος (ΑΔΙ) και το τέλος λιγνίτη μέχρι
το τέλος προμηθευτή, όλα αυτά κόστισαν περισσότερο από 5 δισ. ευρώ για
λογαριασμό των ανταγωνιστών και της απελευθέρωσης.
Τα τελευταία χρόνια ένα τεράστιο κόστος που επωμίζεται η επιχείρηση είναι η αγορά δικαιωμάτων εκπομπών του θερμοκηπίου (CO2).
Τo 2018 η ΔΕΗ υποχρεώθηκε να καταβάλει ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο 280
εκατ. ευρώ. Κι αυτό επειδή η χώρα μας, η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου,
αρνήθηκε να πάρει δωρεάν δικαιώματα εκπομπών αερίου (του θερμοκηπίου),
όπως έκαναν η Τσεχία, η Πολωνία και η Βουλγαρία. Σκεφτείτε, η Βουλγαρία
λειτουργεί τις λιγνιτικές μονάδες, ρυπαίνει το ίδιο ή και περισσότερο
απ’ ό,τι οι μονάδες της ΔΕΗ, αλλά η ΔΕΗ πληρώνει -επαναλαμβάνω- 280
εκατ. ευρώ.
Η προηγούμενη κυβέρνηση δέχτηκε, σε εντολή της ΕΕ για
την απελευθέρωση και την πρόσβαση των ιδιωτών στα λιγνιτικά κοιτάσματα,
την εφαρμογή των δημοπρασιών ΝΟΜΕ. Που σημαίνει ότι η ΔΕΗ είναι υποχρεωμένη να πουλά την παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη στους ιδιώτες σε τιμές πολύ κάτω του κόστους. Μόνο το 2019 αυτό στοίχισε στη ΔΕΗ 230 εκατ. ευρώ.
Τώρα
μου επιτρέπετε να κάνω το άθροισμα μόνο για ΝΟΜΕ, δικαιώματα εκπομπών
και «ρυθμιζόμενες χρεώσεις»; Σύνολο 710 εκατ. ευρώ, τα οποία η ΔΕΗ
φορτώθηκε ως μη όφειλε.
Περισσότερα στη «Νέα Σελίδα» που κυκλοφόρησε σήμερα Σάββατο 27/7/2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου