Όσα περισσότερα στοιχεία βγαίνουν στο φως, τόσο πιο ολοκληρωμένη
εικόνα αποκτούμε για το πώς λειτούργησε το ενεργειακό σύστημα της χώρας
την περίοδο της πρόσφατης κρίσης.
Άλλωστε, το ενδιαφέρον για το τι πραγματικά συνέβη τότε
παραμένει
ζεστό, μιας και οι εκτιμήσεις και τα συμπεράσματα για το διάστημα εκείνο
βρίσκονται και στο επίκεντρο της συζήτησης ενόψει μιας σειράς
σημαντικών αποφάσεων που πρόκειται να παρθούν το επόμενο διάστημα και
αναμένεται να επιδράσουν σημαντικά στη διαμόρφωση της αγοράς.
Για να βγάλει κανείς ολοκληρωμένα συμπεράσματα, χρειάζεται να δει πως
συνδυάζονται και αλληλεπιδρούν κυρίως τέσσερις διαφορετικές παράμετροι
της συνολικής εικόνας του συστήματος και της αγοράς: παραγωγή, ζήτηση,
διασυνδέσεις και διαμόρφωση ΟΤΣ.
Τα μηνιαία δελτία του ΑΔΜΗΕ και του ΛΑΓΗΕ μας δίνουν τα βασικά
στοιχεία που χρειάζονται για να δει κανείς τι συνέβη τον Ιανουάριο.
Πράγματι, από την επεξεργασία του μπορεί κανείς να βγάλει μερικά άκρως
ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Για παράδειγμα, μια πλευρά που δεν έχει μέχρι σήμερα αναδειχτεί όσο
ίσως της άξιζε, είναι το γεγονός ότι, βάσει των στοιχείων του ΑΔΜΗΕ,
συνολικά τον Ιανουάριο η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε πολύ
περισσότερο από τη ζήτηση σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Φυσικά, θα πρέπει κανείς να συνυπολογίσει ότι το πρόβλημα επάρκειας
που εμφανίστηκε δεν είχε την ίδια ένταση ολόκληρο το μήνα. Όμως, ακόμα
κι έτσι, δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι η διαφορά στους ρυθμούς είναι
εντυπωσιακή: η παραγωγή αυξήθηκε κατά 30% την ώρα που η ζήτηση αυξήθηκε
κατά 12%.
Ακόμα πιο ενδιαφέρον γίνεται το πράγμα αν συνυπολογίσουμε το γεγονός
ότι, βάσει των στοιχείων του ΑΔΜΗΕ μειώθηκε κατά πολύ και το ισοζύγιο
ηλεκτρικής ενέργειας στις διασυνδέσεις. Συγκεκριμένα, το ισοζύγιο
(διαφορά μεταξύ των πραγματικών ροών σε εισαγωγές και εξαγωγές για το
σύνολο των διασυνδέσεων) μειώθηκε κατά 626.561 MWh, πέφτοντας φέτος στις
68.580 MWh από τις 695.141 MWh πέρυσι. Τα στοιχεία αυτά αποτυπώνουν τη
μεγάλη αύξηση των εξαγωγών έναντι των εισαγωγών.
Τα στοιχεία του ΛΑΓΗΕ δίνουν συνολικές εξαγωγές 281.129 MWh για τον
Ιανουάριο του 2017 έναντι 159.350 MWh τον Ιανουάριο του 2016, την ώρα
που οι εισαγωγές μειώθηκαν από 847.704 MWh σε 341.660 MWh.
Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι ένα σημαντικό κομμάτι της μεγαλύτερης σε σχέση με πέρυσι παραγωγής κατευθύνθηκε στις εξαγωγές.
Από πού προήλθε, όμως, αυτή η αυξημένη παραγωγή; Όπως φαίνεται από τα
αναλυτικά στοιχεία που παρατίθενται στη συνέχεια, προήλθε κυρίως από
τις μονάδες φυσικού αερίου και τις μεγάλες υδροηλεκτρικές μονάδες.
Η εξέλιξη της παραγωγής
Η συνολική παραγωγή κατέγραψε αύξηση της τάξης του 30%, φτάνοντας τις
5137 GWh φέτος έναντι 3944 GWh τον περσινό Ιανουάριο, σύμφωνα με τα
στοιχεία του ΑΔΜΗΕ.
Στην αποτύπωση της συνολικής παραγωγής από τον ΑΔΜΗΕ περιλαμβάνεται η παραγωγή από τις συμβατικές μονάδες και από μονάδες ΑΠΕ.
Συγκεκριμένα, η παραγωγή από συμβατικές μονάδες στο σύστημα αυξήθηκε
κατά 39% (4367 από 3141 GWh), ενώ η παραγωγή από μονάδες ΑΠΕ μειώθηκε
κατά 4% (770 από 804 GWh).
Διευκρινίζεται ότι τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ περιλαμβάνουν στην παραγωγή
ηλεκτρικής ενέργειας από μονάδες ΑΠΕ την παραγωγή στο σημείο έγχυσης στο
σύστημα από μονάδες ΑΠΕ που συνδέονται απευθείας σε Υ/Σ συστήματος, την
παραγωγή από Κατανεμόμενες Μονάδες ΣΗΘΥΑ που έχει χαρακτηριστεί ΣΗΘΥΑ,
καθώς και την εκτίμηση της παραγωγής στο δίκτυο, η οποία προκύπτει από
πιστοποιημένες μετρήσεις για τη Μέση Τάση και εκτιμήσεις για τη Χαμηλή
Τάση.
Σε ό,τι αφορά την παραγωγή από συμβατικές μονάδες, εντυπωσιακή αύξηση
88% καταγράφεται στην παραγωγή από φυσικό αέριο, φτάνοντας στις 2001
GWh έναντι 1065 GWh τον περσινό Ιανουάριο. Το στοιχείο αυτό αναδεικνύει
τη σημαντική αύξηση του ρόλου των μονάδων φυσικού αερίου για την
ηλεκτροπαραγωγή της χώρας. Εάν, δε, λάβουμε υπόψη και το πρόβλημα
εφοδιασμού που εμφανίστηκε, καθώς και την υποχρεωτική χρήση εναλλακτικού
καυσίμου που επιβλήθηκε σε μονάδες για συγκεκριμένη περίοδο, τότε είναι
προφανές ότι η παραγωγή αυτή δεν αποτελεί "ταβάνι". Σε συνδυασμό με την
αύξηση του ρόλου των μονάδων φυσικού αερίου στον καθορισμό της ΟΤΣ που
αποτυπώνεται στα στοιχεία που θα δούμε στη συνέχεια, προκύπτει ότι
η λειτουργία της αγοράς τον Ιανουάριο "σημαδεύτηκε" από τη λειτουργία
των μονάδων φυσικού αερίου.
Η υδροηλεκτρική παραγωγή αυξήθηκε κατά 66%, φτάνοντας τις 658 GWh από
396 GWh πέρυσι. Το στοιχείο αυτό αποδεικνύει τον καθοριστική βοήθεια
των ΥΗΣ για τη διατήρηση της επάρκειας του συστήματος τις κρίσιμες
ημέρες. Αυτό εν μέρει αποτυπώνεται και στο ρόλο των ΥΗΣ για τον
καθορισμό της ΟΤΣ, αν και θα πρέπει κανείς να λάβει υπόψη και την αλλαγή
στον τρόπο υπολογισμού, προκειμένου να αρθούν πιθανές στρεβλώσεις.
Μικρή αύξηση της τάξης του 2% σημείωσε και η παραγωγή από λιγνίτη
(1708 από 1679 GWh). Το στοιχείο αυτό αποδεικνύει τον κομβικό ρόλο των
λιγνιτικών μονάδων, που έφτασαν σχεδόν κυριολεκτικά στα όριά τους για να
επιτευχθεί αυτή η παραγωγή, δεδομένων και των γνωστών βλαβών και άλλων
προβλημάτων που εμφανίστηκαν, την ώρα που ήταν σε εξέλιξη και
προγραμματισμένες εργασίες συντήρησης.
Αντίθετα, σημαντική υποχώρηση της τάξης του 62% σημείωσε η παραγωγή
από άλλα καύσιμα, ουσιαστικά δηλαδή πετρέλαιο. Το στοιχείο αυτό
παρουσιάζει ενδιαφέρον, δεδομένης της συζήτησης που γίνεται περί
εναλλακτικού καυσίμου και του κόστους που επιφέρει η μετατροπή.
Σημειώνεται ότι τα στοιχεία για την παραγωγή των συμβατικών μονάδων
αναφέρονται στο σημείο έγχυσης στο σύστημα. Στα στοιχεία αυτά
συμπεριλαμβάνεται η παραγωγή από μεγάλες υδροηλεκτρικές μονάδες, καθώς
και η παραγωγή από Κατανεμόμενες Μονάδες ΣΗΘΥΑ που δεν έχει
χαρακτηριστεί ΣΗΘΥΑ.
Αέριο και ΥΗΣ καθόρισαν την αύξηση της ΟΤΣ
Ο αυξημένος ρόλος των μονάδων αερίου και των ΥΗΣ τον φετινό Ιανουάριο
αποτυπώνεται και στα στοιχεία που αφορούν τη διαμόρφωση της ΟΤΣ.
Βάσει των στοιχείων του ΛΑΓΗΕ, η μέση μηνιαία ΟΤΣ για τον Ιανουάριο
του 2017 ήταν 74,60 ευρώ/MWh έναντι 48,76 ευρώ/MWh τον Ιανουάριο του
2016, ενώ η μέση μηνιαία ΟΤΑ φέτος ήταν 91,91 ευρώ/MWh έναντι 51,82
ευρώ/MWh πέρυσι. Η διαφορά στη μέση ΟΤΣ, αλλά και η μεγαλύτερη διαφορά
στην απόκλιση, δείχνει τα μεγάλα περιθώρια που διαμορφώθηκαν το φετινό
Ιανουάριο στην εμπορία ρεύματος. Είναι, άλλωστε, χαρακτηριστικό ότι η
ποσοστιαία μεταβολή της μέσης μηνιαίας ΟΤΣ & ΟΤΑ σε σχέση με τον
αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους έφτασε το 77,38%.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα στοιχεία που αφορούν το ποιές μονάδες όρισαν την ΟΤΣ.
Πέρυσι, ο ρόλος των λιγνιτικών μονάδων στον καθορισμό της ΟΤΣ ήταν
πολύ πιο αυξημένος σε σχέση με φέτος. Συγκεκριμένα, τον φετινό Ιανουάριο
οι λιγνιτικές μονάδες καθόρισαν την ΟΤΣ για 78 ώρες (10,48%), ενώ
πέρυσι για 443 ώρες (59,54%).
Σε ό,τι αφορά τις μονάδες αερίου, ο ρόλος τους φέτος σχεδόν
διπλασιάστηκε, αφού όρισαν την ΟΤΣ για 354 ώρες (47,58%) έναντι 193 ώρες
(25,94%) πέρυσι.
Αντίστοιχα εντυπωσιακή αύξηση καταγράφεται και στο ρόλο των ΥΗΣ, που
φέτος όρισαν την ΟΤΣ για 203 ώρες (27,28%) έναντι μόλις 11 (1,48%)
πέρυσι.
Ως προς τη δραστηριότητα στις διασυνδέσεις, οι εισαγωγές φέτος όρισαν
την ΟΤΣ για 33 ώρες (4,44%) έναντι 80 (10,75%) πέρυσι και οι εξαγωγές
για 76 ώρες (10,22%) έναντι 17 (2,28%) πέρυσι.
Η εξέλιξη της ζήτησης
Από τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ προκύπτει ότι η συνολική ζήτηση ηλεκτρικής
ενέργειας το φετινό Ιανουάριο σημείωσε ανοδο της τάξης του 12,2% σε
σχέση με τον περσινό, ενώ η ζήτηση στο σύστημα αυξήθηκε κατά 14,6%.
Βάσει των στοιχείων του ΑΔΜΗΕ, η συνολική ζήτηση για τον Ιανουάριο
του 2017 εκτιμάται στις 5198 GWh ενώ τον Ιανουάριο του 2016 ήταν 4634
GWh.
Ο ΑΔΜΗΕ ορίζει ως συνολική ζήτηση την απαίτηση σε επίπεδο παραγωγής
για την κάλυψη των φορτίων (εκτός της άντλησης) στην ηπειρωτική χώρα και
στα διασυνδεδεμένα με αυτή νησιά.
Στην εκτίμηση της συνολικής ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας
περιλαμβάνονται η ζήτηση στο σύστημα (δηλαδή η ζήτηση από πελάτες Υψηλής
Τάσης, ορυχεία, ιδιοκαταναλώσεις παραγωγής, η ζήτηση στους υ/σ ορίων
Συστήματος-Δικτύου και οι απώλειες συστήματος) και η εκτίμηση της
ζήτησης που καλύπτεται από τις μονάδες παραγωγής στο δίκτυο.
Βάσει των στοιχείων του ΑΔΜΗΕ, η ζήτηση στο σύστημα για τον Ιανουάριο
του 2017 ήταν 4956 GWh, ενώ τον Ιανουάριο του 2016 ήταν 4956 GWh.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η εξέλιξη της ζήτησης στα
επιμέρους στοιχεία του συστήματος δεν είναι ομοιόμορφη, αλλά παρουσιάζει
σοβαρές διαφοροποιήσεις.
Συγκεκριμένα, αυξημένη κατά 14,2% (549 GWh) είναι η ζήτηση στο δίκτυο
και κατά 11,2% οι απώλειες συστήματος (13 GWh), ενώ σε ό,τι αφορά τους
πελάτες υψηλής τάσης η αύξηση ήταν αρκετά μικρότερη, της τάξης του 3,2%
(18 GWh).
Αντίθετα, σημαντική μείωση 11,6% (8 GWh) καταγράφεται στη ζήτηση των
ορυχείων. Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι το ποσοστό της μείωσης στην
ιδιοκατανάλωση παραγωγής, που φτάνει το 30,4%, που αντιστοιχεί σε 7 GWh.
ΑΠΟ energypress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου