Oλοταχώς προς μερική επαναλιγνιτοποίηση η Ελλάδα για να καλυφθούν οι ανάγκες – Γιατί αναδιπλώθηκε η κυβέρνηση - Επιταχύνονται οι επενδύσεις σε ΑΠΕ
«O λιγνίτης πέθανε, ζήτω ο λιγνίτης» αναφωνεί η κυβέρνηση η οποία κάνοντας στροφή 360ᵒ και υπό το βάρος της σφοδρής ενεργειακής κρίσης που προκάλεσε η ρωσική εισβολή στην
Ουκρανία, εγκατέλειψε κακήν κακώς το ακατανόητα «σφιχτό πρόγραμμα απολιγνιτοποίησης» τουλάχιστον μέχρι το 2025.Ο λιγνίτης κατά κάποιο τρόπο εκδικείται την βιασύνη και την άτσαλη και χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε μία απότομη απανθρακοποίηση χωρίς όμως αυτή η τακτική να μπορεί να υποστηριχτεί επαρκώς δίχως να τεθεί σε κίνδυνο η ενεργειακή ασφάλεια της χώρας κι ενώ η στροφή στις ΑΠΕ ηχεί ωραία αλλά απαιτεί χρόνο και χρήμα…
Η νέα κυβερνητική τακτική, που ξεδιπλώθηκε διά στόματος πρωθυπουργού, προβλέπει...αγωνιώδη προσπάθεια έως και διπλασιασμού της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με πρώτη ύλη τον λιγνίτη, καθώς οι εξελίξεις γύρω από το ρωσικό φυσικό αέριο θέτουν σε επιφυλακή τους αρμόδιους.
Ο κ. Μητσοτάκης προανήγγειλε την αύξηση της παραγωγής ενέργειας από λιγνίτη με την αύξηση κατά 50% της εξόρυξης λιγνίτη ως ένα προσωρινό μέτρο. Στο πλαίσιο αυτό η νέα μονάδα της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα 5 θα λειτουργήσει ως λιγνιτική μέχρι το 2028, ενώ αν χρειάζεται θα μείνουν ανοικτές για πιο πολύ και οι παλιότερες λιγνιτικές μονάδες του Αγίου Δημητρίου 5 και της Μελίτης.
Βέβαια η παραγωγή των λιγνιτικών μονάδων δεν μπορεί να διπλασιαστεί από τη μία στιγμή στην άλλη όταν μάλιστα πολύ βασικές από αυτές έχουν ήδη τεθεί εκτός λειτουργίας και είναι για καιρό παροπλισμένες. Αυτές που έχουν απομείνει λειτουργούν πάνω από τα όρια και συμπληρώνουν την ενεργειακή κάλυψη όπως και όσο μπορούν.
Το 2021 έκλεισε με τη λιγνιτική παραγωγή να αντιπροσωπεύει μόλις το 9% της συνολικής παραγωγής στο ελληνικό σύστημα, όταν πριν από μια 10ετία, το 2011, το μερίδιο του λιγνίτη στην κάλυψη της ζήτησης ήταν 53,2%!
Το κενό στην παραγωγή λιγνίτη καλύφθηκε ως επί το πλείστον από τις μονάδες φυσικού αερίου, οι οποίες κάλυψαν πέρυσι το 40% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρισμού στην Ελλάδα ή αλλιώς 20.873 Gwh.
Σε σχέση με το 2020 η παραγωγή των μονάδων αερίου κατέγραψε αύξηση της τάξης του 17,2%. Σημαντική αύξηση κατέγραψε και η παραγωγή των ΑΠΕ, η οποία ενισχύθηκε κατά 16,2% ή αλλιώς κατά 2.393 GWh. Οι ΑΠΕ κάλυψαν το 20% της συνολικής παραγωγής (10.458 GWh).
Κάτω από την αφόρητη πίεση των αμείλικτων γεγονότων έχει ήδη υπογραφεί Υπουργική Απόφαση από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας η οποία έκανε αποδεκτό σχετικό αίτημα της ΔΕΗ και παρατείνει τις ώρες λειτουργίας 7 λιγνιτικών μονάδων (Αγ. Δημήτριος 1, 2, 3, 4 και 5, Μελίτη και Μεγαλόπολη 4) και των πετρελαϊκών μονάδων του ΑΗΣ Αθερινόλακκου στην Κρήτη, βάζοντας ουσιαστικά στον πάγο το πρόγραμμα απολιγνιτοποίησης.
Τόσο το αίτημα της ΔΕΗ και το σκεπτικό που το συνοδεύει όσο και η υιοθέτησή του από το ΥΠΕΝ συνιστούν έμμεση παραδοχή ότι η χώρα δεν είναι έτοιμη για τον εξοβελισμό του λιγνίτη από το μίγμα ηλεκτροπαραγωγής το 2023, κάτι που ανέδειξε και η τρέχουσα ενεργειακή κρίση, η οποία κατέστησε τον άνθρακα και το πετρέλαιο φθηνότερη πρώτη ύλη από το φυσικό αέριο.
Σύμφωνα με τη ΔΕΗ, η παράταση των ωρών λειτουργίας -κατά παρέκκλιση ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής οδηγίας σε σχέση με την έκλυση εκπομπών ρύπων- τόσο των λιγνιτικών μονάδων όσο και των δύο πετρελαϊκών κρίνεται απαραίτητη για την ευστάθεια του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας.
Ποιες λιγνιτικές μονάδες έκλεισαν
Τα τελευταία έτη η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη έχει μειωθεί σημαντικά, κυρίως λόγω της σημαντικής αύξησης της τιμής των δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Σύμφωνα με το ισχύον Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ, ΚΥΣΟΙΠ/4/31.12.2019, ΦΕΚ 4893/Β’/31.12.2019), η απολιγνιτοποίηση της χώρας θα διαρκέσει το αργότερο έως το 2028, όμως με τα νεότερα δεδομένα προβλέπεται επιμήκυνση της λιγνιτικής παραγωγής.
Η ραγδαία μείωση της παραγωγής λιγνίτη επαναπροσδιορίζεται, συνεπώς, από τις δυσμενείς συνθήκες αγοράς και όχι από τις εκπομπές ρύπων.
Ωστόσο, έχουν οριστικά τεθεί εκτός λειτουργίας και αποσυρθεί τα παρακάτω μέσα παραγωγής:
- Μονάδα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV ΑΗΣ Πτολεμαΐδας
- Μονάδα Ι και ΙΙ ΑΗΣ ΛΙΠΤΟΛ
- Μονάδα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV ΑΗΣ Αλιβερίου
- Μονάδα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ ΑΗΣ Κερατέας - Λαυρίου
- Μονάδα 8 και 9 ΑΗΣ Αγίου Γεωργίου
- Μονάδα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και IV ΑΗΣ Καρδιάς
- Μονάδα Ι και ΙΙ ΑΗΣ Αμυνταίου - Φιλώτα
- Ορυχείο Πεδίου Αμυνταίου
- Ορυχείο Πεδίου Καρδιάς
και έως το τέλος του 2023 είχε προγραμματιστεί να διακοπεί και η παραγωγική λειτουργία των Ορυχείων Μεγαλόπολης, που σίγουρα τώρα μετατίθεται για το 2025.
Τα ορυχεία, όπως προέβλεπε και το έκτακτο σχέδιο, που είχε εκπονήσει η ΔΕΗ έχουν αυξήσει την παραγωγή και οι αυλές τους γεμίζουν με λιγνίτη, με ένα ρυθμό 5.000 - 6.000 επιπλέον τόνων την ημέρα για τις μονάδες της Μελίτης και του Αγ. Δημητρίου, και 7.000-8.000 τόνων για τη Μεγαλόπολη.
Στόχος είναι η αύξηση κατά 45%-50% της εξόρυξης λιγνίτη στην διετία, (από 10,5 εκατ. τόνους σήμερα σε πάνω από 15 εκατ τόνους), προκειμένου η παραγόμενη λιγνιτική ενέργεια να ανέλθει στις 6,5 TWh ετησίως έναντι των 4,5 TWh που προβλέπει το σημερινό ενεργειακό ισοζύγιο.
Το ετήσιο πλάνο αποβλέπει στο να αυξηθεί η ποσότητα λιγνίτη ως εξής :
Αγ. Δημήτριος: Από τους 1,2 εκατομμύρια τόνους στους 1,75 εκατ. τόνους στην αυλή των πέντε μονάδων του συγκροτήματος.
Μελίτη: Από τους 220.000 τόνους στους 300.000 τόνους μέχρι τα τέλη Απριλίου, με βασικό τροφοδότη τα ορυχεία Αχλάδας.
Μεγαλόπολη: Από τους 270.000 τόνους, στους 500.000 τόνους.
LNG και ΑΠΕ για ενεργειακή εξασφάλιση
Την ίδια στιγμή και με την απειλή της διακοπής της παροχής ρωσικού φυσικού αερίου να επικρέμαται διαρκώς πάνω από την Ευρώπη και την χώρα μας, πέρα από την επιστράτευση του λιγνίτη, με διαδικασίες εξπρές φέρεται αποφασισμένη η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας να τρέξει την εγκατάσταση της πλωτής δεξαμενής αποθήκευσης LNG (FSU) στη Ρεβυθούσα. Και αυτό προκειμένου η χώρα να είναι «ασφαλισμένη» ενεργειακά για τον ερχόμενο χειμώνα.
Η χωρητικότητα του δεξαμενόπλοιου θα πρέπει να είναι της τάξης των 130.000 με 140.000 κυβικών μέτρων ώστε να εξασφαλίζει πλήρως τη διατήρηση ικανών αποθεμάτων LNG και να συνεχίζεται με τρόπο αδιάλειπτο ο εφοδιασμός της ελληνικής αγοράς. Η προσθήκη της τέταρτης δεξαμενής αυξάνει, σχεδόν διπλασιάζει, τον απαραίτητο χρόνο ανεφοδιασμού του Τερματικού Σταθμού LNG του ΔΕΣΦΑ.
Mε την επένδυση στις ΑΠΕ να καθίσταται ζωτικής σημασίας για την διασφάλιση της ενεργειακής αυτονομίας σε ένα βαθμό της Ελλάδας το φωτοβολταϊκό πάρκο των ΕΛΠΕ στην Κοζάνη που εγκαινίασε πρόσφατα ο πρωθυπουργός δείχνει το δρόμο.
Πιο συγκεκριμένα, είναι ισχύος 204,3 MW θα παράγει ενέργεια 350GWh ετησίως, που ισοδυναμεί με την κατανάλωση 75.000 νοικοκυριών. Το όφελος από τη λειτουργία του ανέρχεται σε 80-100 εκατ. το χρόνο από αποφυγή εισαγωγών φυσικού αερίου και το κόστος εκπομπών ρύπων. Το όφελος για το περιβάλλον είναι η εξοικονόμηση 300.000 τόνων διοξειδίου του άνθρακα.
Η εγγυημένη τιμή για 20 χρόνια θα είναι 57,72 ευρώ/MWh και με δεδομένο ότι οι τιμές στην παρούσα συγκυρία μπορεί να ξεπερνούν τα 200 ευρώ/MWh η παραγωγή ενέργειας από το συγκεκριμένο πάρκο, που θα αρχίσει σταδιακά από τις επόμενες μέρες, θα συνεισφέρει στη μείωση το ενεργειακού κόστους.
Επένδυση 130 εκατ. ευρώ
Το πάρκο εκτείνεται σε εμβαδόν 3.500 στρεμμάτων και αποτελείται από 510.000 φωτοβολταϊκά πάνελ. Για τη δημιουργία του επενδύθηκαν 130 εκατ. ευρώ και είναι το μεγαλύτερο έργο ΑΠΕ στην νοτιοανατολική Ευρώπη. Η συμμετοχή ελληνικών εταιρειών στην επένδυση ανήλθε στο 35% (το σύνηθες είναι 20%-25%). Κατά τη φάση κατασκευής, που διήρκεσε δύο χρόνια, δημιουργήθηκαν 350 θέσεις εργασίας (που καλύφθηκαν κατά 60% από την τοπική κοινωνία) ενώ για τη λειτουργία του θα δημιουργηθούν περί τις 40 θέσεις εργασίας. Όπως αναφέρθηκε κατά την τελετή εγκαινίων, η κοινωνική συνεισφορά προς τους όμορους δήμους και τους οικιακούς καταναλωτές θα είναι 600.000 ευρω ετησίως, ενώ 1,5 εκατ. ευρώ θα διατεθεί για αναδάσωση περιοχής που θα υποδείξει το δασαρχείο και θα είναι ίσης έκτασης με αυτή του πάρκου. Το 1/3 της αρχικά δεσμευθείσας έκτασης που δεν αξιοποιήθηκε τελικά θα διατεθεί για τις ανάγκες της κτηνοτροφίας.
Ο στόχος του ομίλου ΕΛΠΕ είναι μέσα στον επόμενο χρόνο να προχωρήσει σε νέα επένδυση για την αποθήκευση της ενέργειας που θα παράγεται από τα φωτοβολταϊκά, ώστε να προσθέτουν ενέργεια στο δίκτυο έως και τρεις ώρες μετά τη δύση του ηλίου.
Στο ίδιο πλαίσιο, την έναρξη μεγάλων και μικρότερων επενδύσεων στον τομέα της αποθήκευσης ενέργειας και την επιτάχυνση επενδυτικών σχεδίων στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας επιδιώκει η κυβέρνηση με σχέδιο νόμου που θα τεθεί εντός των ημερών σε δημόσια διαβούλευση. Πρόκειται για το σχέδιο νόμου για τον δεύτερο γύρο αλλαγών στην αδειοδότηση των μονάδων ΑΠΕ και το ρυθμιστικό πλαίσιο των μονάδων αποθήκευσης, ενώ σε δεύτερο χρόνο θα κατατεθεί, ξεχωριστά τελικά, το σχέδιο νόμου για τα υπεράκτια (θαλάσσια) αιολικά πάρκα. Αξίζει να σημειωθεί πως ο μεγαλεπήβολος στόχος της Ελλάδας είναι μέχρι το 2030 να καλύπτεται το 70% των ενεργειακών μας αναγκών από τις ΑΠΕ.
Για την πρώτη κατηγορία σταθμών αποθήκευσης, τις μπαταρίες, προβλέπεται επενδυτική ενίσχυση που καλύπτεται από τη Δράση «1.1 – Powerup» του Ταμείου Ανάκαμψης. Η συγκεκριμένη δράση περιλαμβάνει την χρηματοδότηση 700 – 800MW μπαταριών μέσω επενδυτικής ενίσχυσης ύψους 200 εκατομμυρίων ευρώ. Η επιλογή των δικαιούχων της ενίσχυσης θα γίνει μετά από συμμετοχή σε διαγωνιστική διαδικασία ενώ ο πρώτος διαγωνισμός προβλέπεται να διενεργηθεί μέχρι το φθινόπωρο.
Μέχρι το τέλος του 2025 θα εγκατασταθούν τα 680 MW του μεγάλου σταθμού αντλησιοταμίευσης της Αμφιλοχίας που προωθεί η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, καθώς και 700 – 800 MW μπαταριών. Μέχρι τις αρχές του έτους είχαν χορηγηθεί από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) 140 άδειες παραγωγής συνολικής ισχύος 10300 ΜW (2000 ΜW εξ αυτών συνδυάζονται με σταθμούς ΑΠΕ), ενώ έχουν υποβληθεί επιπλέον 78 αιτήσεις για χορήγηση αδειών παραγωγής μεμονωμένων σταθμών αποθήκευσης συνολικής ισχύος 4800 MW.
Έργα αποθήκευσης, που θεωρούνται απαραίτητα για την ταχύτερη ανάπτυξη των ΑΠΕ, προωθούν σχεδόν όλοι οι μεγάλοι ενεργειακοί όμιλοι. Τα συγκεκριμένα έργα ενισχύονται περαιτέρω από τους νέους στόχους για την παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ που αναμένεται να τεθούν με το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα. Στην αγορά θεωρούν πως το νέο ΕΣΕΚ θα βάζει τον πήχη για λειτουργία μονάδων ΑΠΕ ισχύος 25 GW μέχρι το 2030. Ο σχεδιασμός έρχεται να συμβαδίσει με τους νέους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της προσπάθειας απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσα στο επόμενο δίμηνο θα παρουσιάσει νέες κατευθυντήριες γραμμές για την επιτάχυνση της αδειοδότησης των ΑΠΕ.
Η ΔΕΗ διαθέτει το μεγαλύτερο χαρτοφυλάκιο έργων ΑΠΕ στην Ελλάδα που ξεπερνά τα 10 GW, αλλά και το μεγαλύτερο χαρτοφυλάκιο φωτοβολταϊκών σε προχωρημένο στάδιο ωρίμανσης, ισχύος άνω των 2,6 GW. Στόχος είναι να αυξηθεί η εγκατεστημένη ισχύς των μονάδων ΑΠΕ της ΔΕΗ Ανανεώσιμες από περίπου 250 MW σήμερα σε επίπεδα άνω των 500 MW μέχρι το τέλος του 2022, σε 3 GW μέχρι το τέλος του 2024 και να ξεπεράσει τα 5 GW μέχρι το 2026.
Στο...σκάψιμο για υδρογονάνθρακες
Παράλληλα, τρέχουν με γοργούς ρυθμούς και οι έρευνες για υδρογονάνθρακες σε έξι χερσαίες και θαλάσσιες περιοχές σε Δυτική Ελλάδα και δυτικά της Κρήτης ενώ εντός του 2023 θα υπάρχει μία πιο καθαρή εικόνα για το αν υπάρχουν όντως εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα ή αποδειχθούν...άνθρακες οι υδρογονάνθρακες.
Σύμφωνα με την έκθεση που δημοσιοποίησε το ΙΕΝΕ και η οποία επικαλείται πρόσφατες μελέτες της ΕΔΕΥ και της Ακαδημίας Αθηνών, στις θαλάσσιες περιοχές της χώρας που έχουν διεξαχθεί αναγνωριστικές σεισμικές έρευνες έχουν ήδη προδιαγραφεί πάνω από 30 πιθανοί ερευνητικοί στόχοι, οι οποίοι με συμπληρωματικές έρευνες θα μπορούσαν να αναδειχθούν σε στόχους ερευνητικών γεωτρήσεων για ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων.
Αν λάβουμε υπόψη ότι θα είναι επιτυχημένο το 1/4 των γεωτρήσεων στις γεωλογικές δομές που έχουν εντοπιστεί στις θαλάσσιες περιοχές του Ιονίου και νοτίως και δυτικώς της Κρήτης, τότε οι δομές αυτές θα μπορούσαν να φιλοξενούν δυνητικά αποθέματα της τάξης των 70-90 τρισ. κυβικών ποδιών αερίου, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΔΕΥ20, ικανών να καλύψουν το 15%-20% των καταναλώσεων της Ε.Ε., αναφέρει το ΙΕΝΕ. Στην έκθεση επαναλαμβάνονται εξάλλου οι εκτιμήσεις της ΕΔΕΥ, σύμφωνα με τις οποίες η δυνητική αξία των αποθεμάτων φυσικού αερίου της Ελλάδας υπερβαίνει τα 250 δισ. ευρώ.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23-24.04.2022
Στέφανος Μαχτσίρας
www.makthes.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου