Στην έκτη χειρότερη θέση σε ό,τι αφορά τις εκπομπές διοξειδίου CO2 του άνθρακα ανά ευρώ Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) βρέθηκε το 2019 η Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat που αναδημοσιεύει σε μελέτη του για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ).
Βασική αιτία, για την, όχι αξιοζήλευτη θέση που βρίσκεται η
Ελλάδα, δεν είναι η ιδιωτική πρωτοβουλία και οι ρυπογόνες επιχειρήσεις, αλλά η μέθοδος παραγωγής ηλεκτρισμού και η παροχή ύδατος.Στους δύο αυτούς τομείς, και ειδικά στον ηλεκτρισμό, η χώρα μας βρίσκεται σε αρκετά υψηλότερα επίπεδα από το μέσο όρο της Ευρώπης των 27. Αντίθετα, όλοι οι υπόλοιποι κλάδοι της οικονομίας, υπολείπονται του μέσου όρου της ΕΕ.
Από την ανάγνωση των στοιχείων που παραθέτει ο ΣΕΒ, προκύπτει ότι οι περισσότερο ρυπογόνες χώρες, είναι και οι λιγότερο αναπτυγμένες της ΕΕ. Ειδικότερα, μακράν την πρώτη θέση παραγωγής γραμμαρίων CO2 ανά ευρώ παραγόμενου προϊόντος, είναι η γειτονική μας Βουλγαρία με παραγωγή σχεδόν 750 γραμμαρίων ανά ευρώ ΑΠΑ.
Ακολουθούν η Πολωνία με πάνω από 600 γραμμάρια, η Εσθονία με λίγο κάτω από τα 500, η Τσεχία με περίπου 450, η Σλοβακία με περίπου 350 και η Ελλάδα με περίπου στα ίδια επίπεδα.
Στις θέσεις με τις λιγότερες εκπομπές, με λίγο πάνω από 100 γραμμάρια βρίσκονται η Σουηδία, η Γαλλία, η Ιρλανδία το Λουξεμβούργο, η Αυστρία και η Ιταλία.
Όπως προαναφέρθηκε, η βασική αιτία για την υψηλή παραγωγή CO2 στη χώρα μας, είναι ο ηλεκτρισμός, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει ο ΣΕΒ, η παραγωγή αερίων του θερμοκηπίου, ανέρχεται κατά κεφαλήν σε 2.803,4 κιλά, όταν ο μέσος όρος της ΕΕ, είναι 1.884,6 κιλά. Φυσικά, αυτή η «επίδοση» έχει άμεση σχέση με το μείγμα παραγωγής ηλεκτρισμού, όπου κατά το μεγαλύτερο μέρος της, βασίζεται στο λιγνίτη.
Πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ, είναι και η παραγωγή αερίων του θερμοκηπίου και για τον κλάδο παροχής ύδατος, όπου η κατά κεφαλήν παραγωγή στην Ελλάδα, ήταν το 2019 στα 441,1 κιλά, έναντι 327,3 κιλά στην ΕΕ.
Κοντά, αλλά χαμηλότερα από το μέσο όρο της ΕΕ, είναι η παραγωγή αερίων του θερμοκηπίου στη μεταποίηση με 1.679,1 κιλά κατά κεφαλήν, έναντι 1.755,9 που είναι ο μέσος όρος της ΕΕ.
Στον κλάδο των μεταφορών, η παραγωγή αερίων στην Ελλάδα ανέρχεται στα 727,2 κιλά, έναντι 988,1 στην ΕΕ.
Στη γεωργία, η ελληνική παραγωγή είναι 769 κιλά αερίων ανά άτομο, έναντι 1.069,3 του μέσου όρου της ΕΕ, ενώ στους λοιπούς κλάδους παράγουμε ανά άτομο 423,2 κιλά αερίων, έναντι 793,6 κιλά που είναι ο μέσος όρος της ΕΕ.
Πληγή το ενεργειακό μείγμα
Όπως επισημαίνει ο ΣΕΒ, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ακολουθούν σταθερά πτωτική πορεία στην Ελλάδα από το 2008. Κατά τη δεκαετία 2008 – 2018 οι εκπομπές μειώθηκαν συνολικά κατά 25,4%, γεγονός το οποίο βέβαια συνδέεται και με την ανάλογη πτώση της οικονομικής δραστηριότητας, καθώς το ΑΕΠ μειώθηκε κατά την ίδια περίοδο κατά 24,6%.
Οι ελληνικές βιομηχανίες μείωσαν τις εκπομπές CO2 κατά 29% μεταξύ 1990 και 2018, ποσοστό που υπερβαίνει τη συνολική μείωση των εκπομπών του βιομηχανικού κλάδου της ΕΕ (-22%) για το ίδιο διάστημα.
Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε, η χώρα μας εξακολουθεί να βρίσκεται αρκετά υψηλότερα από το μέσο όρο της ΕΕ ως προς τις εκπομπές CO2 ανά ευρώ παραγόμενου προϊόντος γεγονός το οποίο σχετίζεται με τον κλάδο παραγωγής ηλεκτρισμού και το ενεργειακό μίγμα της χώρας. Αυτό αποτυπώνεται και στο σημαντικά υψηλότερο επίπεδο εκπομπών CO2 που παρουσιάζει ο κλάδος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε σχέση με τους υπόλοιπους κλάδους.
του Σταμάτη Ζησίμου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου