Το πόρισμα της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) για την κερδοφορία των καθετοποιημένων εταιρειών στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας δέχθηκε εύλογη κριτική για τον επιλεκτικό τρόπο παρουσίασης των δεδομένων της αγοράς, κυρίως όμως λόγω των άνωθεν εντολών που δόθηκαν για τη σύγκριση μη ομοειδών στοιχείων, που στόχο είχαν την απόκρυψη των επιπτώσεων στους καταναλωτές από τις εμφανώς καταχρηστικές πρακτικές στη
διαμόρφωση των τιμών στη χονδρική αγορά ρεύματος.Πέραν όλων αυτών, για να είμαστε δίκαιοι και αντικειμενικοί, το πόρισμα της ΡΑΕ παρέχει εκτός των παραπάνω και απαραίτητα δεδομένα για κάποιον αναλυτή για να εντρυφήσει και να βγάλει συγκεκριμένα συμπεράσματα για το τι συμβαίνει στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας από τον Ιούλιο του 2021 έως τον Μάρτιο του 2022. Αναφερόμαστε στους πίνακες 17, 18 και 19 στο τέλος του πορίσματος, που δίνουν στοιχεία των εσόδων, του κόστους παραγωγής αλλά και του ύψους παραγωγής (σε GWh) ανά τεχνολογία παραγωγής στο επίδικο διάστημα από τον Ιούλιο του 2021 έως τον Μάρτιο του 2022.
Τα συμπεράσματα από τη σύγκριση των δεδομένων στους πίνακες αυτούς είναι τα ακόλουθα:
■ Τα υπερκέρδη του καρτέλ στο ηλεκτρικό ρεύμα στην επίδικο περίοδο αφού αφαιρεθεί ένα λογικό κέρδος 5,5%, ανέρχονται σε 1,8 δισ. €, πολύ περισσότερα από αυτά που υπολόγισε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στην ομιλία στη Βουλή.
■ Το κόστος της λιγνιτικής παραγωγής από τον Ιούλιο του 2021 έως τον Δεκέμβριο του 2021 δεν υπερβαίνει τα 145 €/MWh. Κατά την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2022 έως τον Μάρτιο του 2022 δεν υπερβαίνει τα 180 €/MWh, γεγονός που οφείλεται στη λειτουργία μιας λιγνιτικής μονάδας και σπανίως δύο, παρά τις περί του αντιθέτου αναγγελίες της κυβέρνησης για αύξηση της λιγνιτικής παραγωγής.
Η μη λειτουργία των υπολοίπων έχει αποτέλεσμα την επιβάρυνση με τα σταθερά κόστη των λιγνιτωρυχείων και των λιγνιτικών μονάδων (fixed cost) στο κόστος λειτουργίας της μιας μονάδας που λειτουργεί, αντί τον επιμερισμό στις υπάρχουσες 8 μονάδες που έχει παροπλίσει η ΔΕΗ, και τις προφανείς οικονομίες κλίμακας από τον επιμερισμό των σταθερών εξόδων στα λειτουργικά κόστη όλων των λιγνιτικών μονάδων, γεγονός που θα έχει αποτέλεσμα τη μείωση του κόστους παραγωγής σε επίπεδα κάτω των 145 €/MWh. Πέραν όλων αυτών η σύγκριση των τιμών μεταβλητού κόστους από τους πίνακες 18 και 19 δίνει μια άλλη πολύ σημαντική πληροφορία, η οποία για κάποιον ανεξήγητο λόγο δεν έχει επισημανθεί από τους διάφορους γνωστούς παντογνώστες αναλυτές της αγοράς ρεύματος.
Το κόστος παραγωγής (σε €/MWh) της λιγνιτικής παραγωγής σε όλο το επίμαχο διάστημα είναι μικρότερο του κόστους παραγωγής από τις μονάδες φυσικού αερίου το οποίο ξεπερνά τα 200 €/MWh! Επισημαίνεται ότι στο μεταβλητό κόστος των λιγνιτικών μονάδων περιλαμβάνεται και το κόστος των ρύπων CO2 εκτός των άλλων μεταβλητών εξόδων.
■ Από τα δημοσιευμένα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΔΕΗ για τα αποτελέσματα του α’ τριμήνου του 2022, φαίνεται ότι το κόστος αγοράς ενέργειας από το σύστημα για την κάλυψη των αναγκών των πελατών της εκτοξεύτηκε στα ύψη. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι δαπάνες για την αγορά ενέργειας αυξήθηκαν κατά 645 εκατ. € (395,2%) λόγω αύξησης της τιμής εκκαθάρισης αγοράς (ΤΕΑ) από 53,6 €/MWh το α’ τρίμηνο του 2021 σε 238,1 το α’ τρίμηνο του 2022.
Τι σημαίνουν όλα αυτά με απλά λόγια; Ενώ η ΔΕΗ είχε διαθέσιμη παραγωγή δική της, από τις λιγνιτικές μονάδες με κόστος κάτω των 180 €/MWh (κόστος που μπορούσε να μειωθεί κοντά στα 145 €/MWh με τη λειτουργία όλων των λιγνιτικών μονάδων, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως), δεν τις λειτούργησε ως όφειλε και όπως εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, αλλά αγόρασε ενέργεια από το σύστημα με κόστος 238,1 €/MWh. Ενώ μπορούσε δηλαδή με χαμηλότερο κόστος για αυτήν (25% χαμηλότερα) να καλύψει τις ανάγκες των πελατών της, μειώνοντας και τα τιμολόγια, η διοίκηση της ΔΕΗ αγόραζε ενέργεια από το σύστημα επιβαρύνοντας τα έξοδά της κατά 645 εκατ. € μόνο για το α’ τρίμηνο του 2022!
Η εξήγηση σε αυτή την τραγελαφική και οικονομικά από κάθε άποψη ανορθόδοξη και λανθασμένη κίνηση πρέπει να αναζητηθεί στην καταχρηστική και άδικη όπως χρησιμοποιείται ρήτρα αναπροσαρμογής. Μέσω της ρήτρας αναπροσαρμογής, η ΔΕΗ και οι υπόλοιποι παραγωγοί ανακτούν όλα τα κόστη τους, ακόμη και εκείνα που οφείλονται σε ανορθολογικές και οικονομικά μη αποδεκτές καταχρηστικές αποφάσεις. Ας είναι καλά τα συνήθη υποζύγια οι Ελληνες καταναλωτές και η παραπαίουσα ελληνική βιομηχανία και βιοτεχνία που αναγκαστικά λόγω των κυβερνητικών αποφάσεων επιβραβεύουν τα golden boys της ΔΕΗ με υπέρογκες παροχές, για ανορθολογικές και κοστοβόρες αποφάσεις που εκτοξεύουν τις τιμές ρεύματος στα ύψη.
Κώστας Σταματάκης*
*Τέως διευθυντής Προμηθειών και ΚΔΕΠ της ΔΕΗ
www.efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου