Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2017

Κρίσιμη για την αναβάθμιση της ενεργειακής υποδομής η απόφαση της Ευρωβουλής για τους ρύπους

 
Τα σοβαρά ζητήματα σχετικά με την διασφάλιση της επάρκειας ηλεκτρικής ισχύος και ενέργειας της χώρας που ανέδειξε η κρίση των προηγούμενων ημερών φέρνουν ξανά στο προσκήνιο τη συζήτηση για την ανάγκη εκσυγχρονισμού του ενεργειακού συστήματος και ιδίως του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής.
Κι αυτό γιατί, από τη στιγμή που ήδη βγαίνουν στην επιφάνεια τα προβλήματα και η ανάγκη άμεσης και με
πρακτικά μέτρα αντιμετώπισής τους, είναι πρόδηλα κατανοητό ότι από τώρα θα πρέπει να σχεδιαστούν τα βήματα που μεσοπρόθεσμα θα αποτρέψουν την επανάληψη παρόμοιων καταστάσεων.
Κάτι τέτοιο, όμως, πρώτα και κύρια προϋποθέτει τη διασφάλιση των απαιτούμενων πόρων για επενδύσεις που θα αναβαθμίσουν την ηλεκτροπαραγωγική υποδομή της χώρας.
Αυτό το σκεπτικό προτάσσει η ΔΕΗ ενόψει των επικείμενων τελικών συζητήσεων σχετικά με τη μεταρρύθμιση του συστήματος εμπορίας εκπομπών ETS για την περίοδο 2021-2030, με το διακύβευμα να θεωρείται από την ίδια «εθνικής σημασίας».
Η συζήτηση δεν είναι άκαιρη, καθώς σε ένα μήνα από τώρα, και συγκεκριμένα στις 15 Φεβρουαρίου, η Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου θα κληθεί να πάρει τις οριστικές της αποφάσεις επί του θέματος.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της ΔΕΗ, λοιπόν, η ικανοποίηση των θέσεων της για τα δικαιώματα εκπομπών θα αποτελέσει ουσιαστική συμβολή στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού του ενεργειακού συστήματος της χώρας.
Η κρίση έδειξε την ανάγκη ενίσχυσης της ηλεκτροπαραγωγής
Σύμφωνα με την ανάλυση που κάνει η ΔΕΗ, η πρόσφατη κρίση ανέδειξε τα ευπαθή σημεία του ενεργειακού συστήματος της χώρας. Από τη μια μεριά, έδειξε την κρισιμότητα των λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών μονάδων, την ανάγκη προγραμματισμού της παραγωγής των ορυχείων, την ανάγκη σχεδιασμού και συντονισμού για το ποιες μονάδες βγαίνουν εκτός και πότε. Από την άλλη μεριά, όμως, έδειξε στην πράξη την ανεπάρκεια των διασυνδέσεων και τους κινδύνους για την ασφάλεια του εφοδιασμού, που εξάλλου φάνηκαν και σε ολόκληρη την περιοχή, όπως και την αδυναμία να στηριχτεί το σύστημα στο φυσικό αέριο και τις ΑΠΕ.
Με αυτή την έννοια, όπως υποστηρίζει η ΔΕΗ, αναδεικνύεται η ανάγκη αναβάθμισης των υποδομών της ΔΕΗ, βάσει του σχεδιασμού που έχει εκπονήσει η επιχείρηση. Όπως χαρακτηριστικά μας είπε στέλεχος της ΔΕΗ «καλή η στήριξη του συστήματος από τη βιομηχανία, αλλά χωρίς εξασφάλιση της ηλεκτροπαραγωγής δε γίνεται να είμαστε σίγουροι απέναντι στις κρίσεις».
Εξ ου και οι μεγάλες προσπάθειες που καταβάλλει η ΔΕΗ για να περάσουν τελικά οι θέσεις της στην τελική μορφή του νέου ETS. Κι αυτό γιατί, εάν τελικά περάσουν οι βασικές διεκδικήσεις της ΔΕΗ ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, τότε αφενός θα ανασάνει οικονομικά η επιχείρηση, με αποτέλεσμα να μπορεί με μεγαλύτερη ευχέρεια κινήσεων να καθορίσει την πορεία των μελλοντικών της επενδύσεων για την αναβάθμιση του χαρτοφυλακίου υποδομών της, αφετέρου θα μπορεί να αντλήσει ευρωπαϊκούς πόρους προς αυτή την κατεύθυνση.
Το πρώτο θα γίνει εφικτό σε περίπτωση διάθεσης στην Ελλάδα δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών και το δεύτερο σε περίπτωση που δοθεί δυνατότητα αξιοποίησης πόρων από το Ταμείο Εκσυγχρονισμού.
Αυτά είναι και τα δυο ζητήματα που βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της ΔΕΗ.
Που βρισκόμαστε σήμερα
Θυμίζουμε ότι, όπως έχει αναλύσει το energypress, οι μέχρι στιγμής διαπραγματεύσεις στις επιτροπές του Ευρωκοινοβουλίου έχουν επιφέρει σημαντικές αλλαγές στις αρχικές προτάσεις της Κομισιόν επί του θέματος, όμως το τοπίο δεν έχει ακόμα ξεκαθαρίσει.
Οι  αποφάσεις των δυο επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που έχουν μέχρι στιγμής συνεδριάσει επί του θέματος, της Επιτροπής Βιομηχανίας και Ενέργειας (ITRE) και της Επιτροπής Περιβάλλοντος (ENVI),  διαφοροποιούνται σημαντικά όχι μόνο από τις αρχικές προτάσεις της Κομισιόν, αλλά και μεταξύ τους.
Ως προς το ζήτημα που κυρίως ενδιαφέρει τη ΔΕΗ, η μεν απόφαση της ITRE τον Οκτώβριο εκχωρεί στη χώρα δικαίωμα χρήσης δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών, η δε απόφαση της ENVI το Δεκέμβριο δίνει στη χώρα δικαίωμα διάθεσης και χρήσης πόρων από το Ταμείο Εκσυγχρονισμού για επενδύσεις σε ενεργειακές υποδομές, αλλά όχι σε λιγνιτικές μονάδες. Όμως, ό,τι δίνει η μια απόφαση δεν το δίνει η άλλη.
Έχει ιδιαίτερη σημασία ότι η απόφαση της ENVI είναι αποτέλεσμα σκληρών διαπραγματεύσεων μεταξύ των πολιτικών ομάδων του Ευρωκοινοβουλίου, με το συμβιβασμό που επιτεύχθηκε τελικά να είναι εύθραυστος, με αποτέλεσμα το ζήτημα να μεταφέρεται πλέον σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο και με τις ζυμώσεις να δίνουν και να παίρνουν το τελευταίο διάστημα, τόσο στο προσκήνιο, όσο και στο παρασκήνιο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις 21/12, λίγες μόλις μέρες μετά την απόφαση της ENVI, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Συμβουλίου των υπουργών Περιβάλλοντος της ΕΕ  εκφράστηκαν σημαντικές αντιδράσεις, με την Ελλάδα κι άλλες επτά χώρες (Βουλγαρία, Κροατία, Ουγγαρία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία και Ρουμανία), να αντιτάσσονται επισήμως και σε κυβερνητικό επίπεδο τόσο στην αρχική πρόταση της Κομισιόν, όσο και, επί της ουσίας, στην απόφαση της ENVI.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, ο αναπληρωτής ΥΠΕΝ  κ. Φάμελλος ζήτησε την τροποποίηση της αρχικής πρότασης της Κομισιόν, ούτως ώστε να συμπεριληφθεί η Ελλάδα στις χώρες που επωφελούνται από τα προγράμματα εκσυγχρονισμού του ενεργειακού τομέα και το Ταμείο Εκσυγχρονισμού της ηλεκτροπαραγωγής.
Στην τοποθέτησή του, ο κ. Φάμελλος εστίασε στην ανάγκη να προστατευτούν οι βιομηχανίες που είναι ευάλωτες στον ανταγωνισμό από γειτονικές χώρες που δεν συμμετέχουν στο ETS κι έτσι δεν επιβαρύνονται από το σχετικό κόστος, προβάλλοντας ένα από τα επιχειρήματα που προτάσσει και η ΔΕΗ ως προς τη διεκδίκηση δωρεάν δικαιωμάτων, σύμφωνα με το οποίο το πρόβλημα επιδρά πιο έντονα στην περίπτωση της Ελλάδας, εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης.
Ακονίζονται «μαχαίρια»
Είναι σίγουρο ότι όσο πλησιάζουμε στην τελική απόφαση, τόσο περισσότερο ακονίζονται τα «μαχαίρια» και βγαίνουν στο τραπέζι τα βαριά χαρτιά.
Από την άποψη αυτή, δεν είναι διόλου αμελητέες δυο πρόσφατες παρεμβάσεις, και συγκεκριμένα από μεριάς των Γερμανών βιομηχάνων και της εφοπλιστικής κοινότητας, που και οι δυο τοποθετούνται ενάντια στις μέχρι σήμερα κατατεθειμένες προτάσεις για την αναμόρφωση του ETS, από τη σκοπιά των δικών τους συμφερόντων.
Θετική ως προς τις διεκδικήσεις της ΔΕΗ είναι και η παρέμβαση της Eurelectric μετά την απόφαση της ENVI, η οποία καλεί την ΕΕ να στηρίξει περισσότερο τα κράτη-μέλη που έχουν υψηλής έντασης εκπομπές άνθρακα και χαμηλά επίπεδα κατά κεφαλήν ΑΕΠ, όπως η χώρα μας, οι οποίες, θα βρεθούν αντιμέτωπες με σημαντικά υψηλότερες επενδυτικές ανάγκες συγκριτικά με την υφιστάμενη πρόταση της Κομισιόν, και ως εκ τούτου, θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερη επιβάρυνση.
Ποια θα είναι η κατάληξη της συγκεκριμένης υπόθεσης είναι δύσκολο να προβλεφθεί, καθώς το ζήτημα, πέρα από την περιβαλλοντική του διάσταση, έχει και τεράστια οικονομική σημασία. Στη συζήτηση για το ETS ουσιαστικά «παίζονται» επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων τα επόμενα χρόνια, σε μια περίοδο που για να σταθεροποιηθεί μια ανοδική πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας απαιτείται να καταστραφούν κεφάλαια και να διαμορφωθούν πεδία για νέες κερδοφόρες τοποθετήσεις κεφαλαίων.
Πολλοί είναι, λοιπόν, αυτοί που διαγκωνίζονται για να πάρουν όσο το δυνατό μεγαλύτερο μερίδιο από την πίτα και να αναβαθμίσουν έτσι τη θέση τους έναντι του ανταγωνισμού, τόσο στις χώρες τους, όσο και διεθνώς, όπως επίσης τόσο και μεταξύ των διαφόρων κλάδων της οικονομίας μιας χώρας, όσο και στο εσωτερικό του κάθε κλάδου.
Είναι σαφές, λοιπόν, ότι επί του συγκεκριμένου ζητήματος, που ουσιαστικά αφορά όλους τους παραγωγικούς κλάδους, τσακώνονται «βουβάλια», ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, που προφανώς έχουν και σημαντική πολιτική επιρροή, και, όπως συχνά συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, υπάρχει κίνδυνος να την πληρώσουν τα «βατράχια».
Το αν η ΔΕΗ θα βρεθεί τελικά με τη μεριά των νικητών ή των ηττημένων σε αυτή τη μάχη, θα φανεί σε περίπου ένα μήνα. Προς το παρόν, πάντως, κύκλοι της επιχείρησης εκφράζουν τη συγκρατημένη αισιοδοξία τους, υποστηρίζοντας ότι η μισή δουλειά έχει γίνει, αφού πλέον η ανάγκη στήριξης χωρών όπως η Ελλάδα έχει μπει στις αποφάσεις και των δυο επιτροπών του Ευρωκοινοβουλίου, παρά τις διαφοροποιήσεις μεταξύ των δυο αποφάσεων. Παραμένουν όμως ιδιαίτερα ανήσυχοι, καθώς οι ισορροπίες είναι ιδιαίτερα εύθραυστες και τίποτα δεν είναι σίγουρο ακόμα.
Εξ ου και η ιδιαίτερη προσπάθεια που καταβάλλεται όλο αυτό το διάστημα από τη ΔΕΗ προκειμένου αφενός να εξασφαλιστεί η στήριξη των Ελλήνων ευρωβουλευτών, αφετέρου να παίξουν αυτοί ρόλο στις ζυμώσεις μεταξύ των μελών των διαφόρων πολιτικών ομάδων της Ευρωβουλής.
energypress.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου