Εχει επικρατήσει πλέον η φράση που αναφέρεται στο συμπαθές πλην υπερμέγεθες θηλαστικό για να υποδηλώνει καταστάσεις όπου το μεγάλο και προφανές που είναι μπροστά μας επιλέγουμε να το αγνοούμε, ή απλώς προσποιούμεθα ότι δεν υπάρχει, επιθυμώντας έτσι να συνεχίσουμε ανέμελα τις δραστηριότητες μας και την ζωή μας. Κάτι ανάλογο παρατηρείται τελευταία στην χώρα μας σε ότι
έχει σχέση με το θέμα της ενέργειας και πιο συγκεκριμένα με τον ρόλο των ορυκτών καυσίμων στο ενεργειακό σύστημα. Σήμερα πετρέλαιο, φυσικό αέριο και λιγνίτης καλύπτουν περίπου το 70% των ενεργειακών αναγκών της Ελλάδας με το υπόλοιπο να καλύπτεται από τον ηλεκτρισμό και τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), ενώ και ένα 30% περίπου του παραγόμενου ηλεκτρισμού προέρχεται από τις ΑΠΕ (υδροηλεκτρικά, αιολικά και φωτοβολταϊκά)Θέλοντας να ενισχύσει το φιλο-περιβαλλοντικό της προφίλ (στις εγχώριες και διεθνείς ελίτ) και να υποβάλει διαπιστευτήρια «πολιτικής ορθότητας» στις Βρυξέλλες (η ηγεσία της οποίας έχει αναγάγει την Κλιματική Αλλαγή ως υπαρξιακό ζήτημα), η σημερινή κυβέρνηση με μια μονοκονδυλιά διέγραψε (Σεπτέμβριος 2019) τους εγχώριους λιγνίτες από το ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, σε μια πράξη μοναδικού κυνισμού και αδιαφορώντας προκλητικά για το εάν την ίδια στιγμή αναστάτωνε απόλυτα τις ζωές χιλιάδων οικογενειών.
Με την ενεργειακή εξίσωση να έχει απαλλαγεί από τον ρυπογόνο λιγνίτη (πειράζει που η Γερμανία κρατά τους λιγνίτες μέχρι το 2038 και η Πολωνία μέχρι το 2050;), τα πλήρως εισαγόμενα πετρέλαιο και φυσικό αέριο παραμένουν οι στυλοβάτες του ενεργειακού συστήματος της χώρας. Με το πετρέλαιο να καλύπτει το 100% των αναγκών στις μεταφορές και το φυσικό αέριο το 50% της ηλεκτροπαραγωγής (αυξάνεται συνεχώς το μερίδιο μετά την γενναία απολιγνιτοποίηση) αλλά και τις διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες του οικιακού και εμπορικού τομέα.
Παρά το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι πετρέλαιο και φυσικό αέριο αποτελούν σήμερα την βάση της ενεργειακής μας οικονομίας αλλά και για πολλά χρόνια ακόμα θα καλύπτουν το συντριπτικά μεγαλύτερο τμήμα της ζήτησης, η σημερινή κυβέρνηση (ισχύει και για την περασμένη) έχει επιλέξει να ασχολείται αποκλειστικά με τις ΑΠΕ και την λανθάνουσα ηλεκτροκίνηση προεξοφλώντας (με τι στοιχεία άραγε;) ότι σε πολύ λίγα χρόνια (δηλ. το αργότερο μέχρι το 2030) θα έχει εγκαταλειφθεί το πετρέλαιο και οι Μηχανές Εσωτερικής Καύσης (ΜΕΚ) ενώ το φυσικό αέριο θα έχει αντικατασταθεί πλήρως από το "πράσινο υδρογόνο". Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη που υπό την επήρεια μιας τέτοιας θεώρησης, το περίφημο ΕΣΕΚ όσο και ο μακροχρόνιος κυβερνητικός ενεργειακός σχεδιασμός αναφέρονται σχεδόν αποκλειστικά στις ΑΠΕ και την ενεργειακή αποδοτικότητα αγνοώντας την ύπαρξη του πετρελαίου και του φ. αερίου, ωσάν να μην υφίστανται. Και άρα αποφεύγουν να διατυπώσουν, πόσο μάλλον να υιοθετήσουν, κάποια πολιτική ή πολιτικές για την διαχείριση και ανάπτυξη του κλάδου.
Όμως τα στοιχεία από πρόσφατες εκθέσεις διεθνών οργανισμών και μεγάλων ενεργειακών εταιρειών έρχονται να διαψεύσουν πλήρως τις επιλογές της κυβέρνησης, αφού όλες οι αναλύσεις συγκλίνουν στην διαπίστωση ότι η ζήτηση για το πετρέλαιο δεν πρόκειται να υποστεί την καθίζηση και τελική έκπτωση από το παγκόσμιο ενεργειακό μίγμα μέχρι το 2050, που ονειρεύονται όλοι οι «μάντεις’ της γρήγορης ενεργειακής μετάβασης και οι διάφοροι οικολόγοι κλιματολάγνοι.
Τα σενάρια και οι εκτιμήσεις των ανωτέρω οργανισμών ασφαλώς και διαφέρουν μεταξύ τους με ορισμένους να προβλέπουν αύξηση της πετρελαϊκής ζήτησης μέχρι το 2045, άλλοι να εκτιμούν μια μικρή πτώση και άλλοι αρκετά μεγαλύτερη, ιδίως σε περίπτωση εφαρμογής περιοριστικών πολιτικών. Αλλά ουδένα σενάριο δεν δείχνει ότι πετρέλαιο και φ. αέριο μαζί δεν θα καλύπτουν ποσοστό λιγότερο του 60% μέχρι το 2050.
Εν όψει των ανωτέρω η κυβέρνηση σφάλλει βαθύτατα που έχει αποκλείσει από τις πολιτικές της τόσο την διαχείριση του πετρελαϊκού κλάδου - όπου η χώρα μας έχει κεκτημένα συμφέροντα λόγω του διυλιστικού πλεονεκτήματος που διαθέτει- όσο και την δυναμική ανάπτυξη του φυσικού αερίου, που, αν όχι τίποτε άλλο, απαιτείται για να καλύπτει τα φορτία βάσης στην ηλεκτροπαραγωγή πάνω στα οποία βασίζεται η ανάπτυξη των ΑΠΕ. Υπό αυτό το πρίσμα, και επειδή πετρέλαιο και φυσικό αέριο θα παραμείνουν μαζί μας για αρκετό διάστημα ακόμα, καλείται ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας και το επιτελείο του να ξεκινήσουν το συντομότερο να επεξεργάζονται πολιτικές σε συνεργασία με την βιομηχανία για την ανάπτυξη της νέες γενιάς "πράσινων καυσίμων" (που μπορούν να παράξουν τα ελληνικά διυλιστήρια) και την ανάπτυξη των πολύ αξιόλογων κοιτασμάτων φυσικού αερίου που διαθέτει η χώρα, η εκμετάλλευση των οποίων πολύ γρήγορα μπορεί να ενισχύσει την οικονομία της. (Δεν μπορεί, ο Υπουργός και οι συνεργάτες του κάτι θα έχουν αντιληφθεί κατά τις επισκέψεις τους στο Ισραήλ από την πολύ θετική εμπειρία του σε αυτόν τον τομέα!).
Αργά η γρήγορα η κυβέρνηση θα πρέπει να κοιτάξει κατάματα τον ελέφαντα στο δωμάτιο, που είναι μάλλον φιλικός και δεν επιτίθεται, και να δει τι θα κάνει με τα υγρά καύσιμα και το φυσικό αέριο σε μακροχρόνια βάση, εντάσσοντας τα στο πλάνο της χώρας για την ενεργειακή μετάβαση. Με το να αγνοεί τόσο επιδεικτικά τον ελέφαντα μάλλον δεν θα τής βγει σε καλό.
www.energia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου