Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2020

Το μείζον ερώτημα για το εύρος της προς δημοπράτηση ισχύος στους νέους διαγωνισμούς ΑΠΕ θέτει η δήλωση Στάσση "να κοπούν οι επιδοτήσεις"

 

Τι διάρκεια θα πρέπει να έχει το νέο καθεστώς κρατικών ενισχύσεων στις ΑΠΕ; Πόσα γιγαβάτ νέων φωτοβολταϊκών και αιολικών θα δημοπρατηθούν κατά την νέα περίοδο διαγωνισμών από το 2021 και μετά;  Μήπως αρκεί μια μεταβατική περίοδος το πολύ ενός έτους προκειμένου οι “πράσινοι” επενδυτές να περάσουν από τις κρατικές

ενισχύσεις στην ελεύθερη αγορά; 

Τα ερωτήματα αυτά βάζει στο τραπέζι η χθεσινή παρέμβαση Στάσση με την δήλωση στην Καθημερινή, “να κοπούν οι επιδοτήσεις των ΑΠΕ”. Στην πραγματικότητα ουδείς διαφωνεί μαζί του ότι η παραγωγή από φωτοβολταϊκά και αιολικά είναι πλέον απολύτως ανταγωνιστική. Επιδοτήσεις πια δεν χρειάζονται. Και πρέπει οι “πράσινοι” επενδυτές να μπουν και αυτοί, μαζί με όλους τους άλλους ενεργειακούς παίκτες στο target model που ξεκινά την 1η Νοεμβρίου. 

Η διαφωνία έγκειται στο πότε θα γίνει αυτό. Αν δηλαδή η νέα περίοδος διαγωνισμών μέσω ΡΑΕ για την εξασφάλιση “ταρίφας” από τους παραγωγούς ΑΠΕ θα έχει διάρκεια ενός, δύο ή περισσοτέρων ετών. Και κυρίως στο ποιό θα είναι το εύρος της ισχύος των προς δημοπράτηση φωτοβολταϊκών και αιολικών κατά την νέα περίοδο διαγωνισμών από το 2021 και μετά. Θα είναι συνολικά 1,5 GW ή μήπως θα είναι ακόμη λιγότερο; Καθώς η παρέμβαση του διευθύνοντος συμβούλου της ΔΕΗ έρχεται λίγες μόλις μέρες προτού το ΥΠΕΝ καταθέσει την τελική του πρόταση στις Βρυξέλλες για το νέο καθεστώς διαγωνιστικών διαδικασιών, είναι προφανές ότι αυτή αποκτά άλλη σημασία.

Η συζήτηση έχει ανοίξει. Τι λέει στην ουσία ο επικεφαλής της ΔΕΗ; Οτι τον Ιούλιο στον τελευταίο διαγωνισμό ΑΠΕ της ΡΑΕ επιτεύχθηκαν τιμές στα φωτοβολταικά γύρω στα 45 ευρώ/ MWh, δηλαδή πολύ ανταγωνιστικές έναντι της χονδρεμπορικής τιμής, γεγονός που σημαίνει ότι όσο προχωρά η τεχνολογία, αυτές θα υποχωρούν περαιτέρω. 

Τι απαντούν φορείς της αγοράς

Ο αντίλογος είναι ότι ο όμιλος ΔΕΗ, όπως όλοι οι καθετοποιημένοι ενεργειακοί όμιλοι, μπορεί να αντέξει το τέλος των επιδοτήσεων, επειδή θα λειτουργεί πλέον με διμερείς συμβάσεις μεταξύ θυγατρικής και μητρικής. Η ΔΕΗ Ανανεώσιμες, για παράδειγμα, θα πουλά στην μητρική ΔΕΗ το παραγόμενο ρεύμα του φωτοβολταϊκού της Μεγαλόπολης, πιο φθηνά απ’ ότι θα το έβρισκε η τελευταία στην χονδρεμπορική. Το κίνητρο προκειμένου η ΔΕΗ να αγοράσει την ποσότητα που χρειάζεται από την θυγατρική της αντί να απευθυνθεί στο χρηματιστήριο, είναι ότι στην συνέχεια, πουλώντας ως προμηθευτής το ρεύμα στην λιανική θα έχει μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους.

Κανόνας όμως, ο οποίος δεν μπορεί να εφαρμοστεί στους μικρούς, σημειώνουν οι φορείς της αγοράς. Αν η πολιτεία θέλει αποκεντρωμένη παραγωγή, χωρίς να επιβαρύνεται ο καταναλωτής, τότε, σύνδεσμοι όπως ο ΣΕΦ έχουν εισηγηθεί στο ΥΠΕΝ, να καθιερώσει στους διαγωνισμούς μια τιμή εκκίνησης (οροφή), χαμηλότερη από την χονδρεμπορική. Κάνοντας δηλαδή μια προσομοίωση για το πόσο θα είναι η χονδρεμπορική σε βάθος 20ετίας, να οριστούν για τους διαγωνισμούς από το 2021 και μετά, τέτοιες τιμές, ώστε να εγγυώνται ότι δεν θα υπάρχει καθόλου επιβάρυνση για τους καταναλωτές.

Επειτα, όπως λένε, οι ίδιες πηγές, οι διαγωνισμοί της ΡΑΕ παρέχουν επενδυτική σταθερότητα για μια 20ετία. Τυχόν βίαια κατάργησή τους θα φέρει πάγωμα της αγοράς, διακοπή χρηματοδοτήσεων (η “ταρίφα” αποτελεί την εγγύηση για το δανεισμό) και πλήγμα στα μικρά έργα, τα λεγόμενα 500άρια.

Που θα μπει η “κόκκινη” γραμμή

Αν έπρεπε κανείς να συνοψίσει τα παραπάνω θα έλεγε ότι οι μικροί του χώρου φοβούνται ότι δεν θα βρίσκουν αγοραστές για το παραγόμενο ρεύμα τους, αφού οι καθετοποιημένοι παίκτες θα προμηθεύονται μέσω διμερών συμβάσεων τις δικές τους παρτίδες. Και εδώ όμως υπάρχει αντίλογος. Η παραπάνω ανησυχία θα ήταν βάσιμη αν η Ελλάδα ήταν μια χώρα net exporter, δηλαδή παρήγαγε περισσότερες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας απ’ όσες κατανάλωνε. Ισχύει όμως ακριβώς το ανάποδο. Η Ελλάδα παράγει περίπου τα μισά απ’ όσα καταναλώνει και εισάγει την διαφορά. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι ένας καθετοποιημένος παίκτης, προτιμά για να καλύψει τις ανάγκες της πελατείας του, να αγοράσει από έναν παραγωγό ΑΠΕ ρεύμα προς 40-45 ευρώ / MWh παρά να το εισάγει και να πληρώσει 50 ευρώ.

Η συζήτηση έχει ανοίξει. Και όσοι ζητούν να αλλάξει το σημερινό μοντέλο, θέτουν το εξής ερώτημα: Εάν παραταθούν για κάμποσα ακόμη χρόνια οι διαγωνισμοί της ΡΑΕ και η αγορά γεμίσει και με άλλες κλειδωμενες “ταρίφες”, ποιός παραγωγός θα ενδιαφερθεί να συμμετάσχει στις χρηματιστηριακές αγορές; Κανείς προφανώς. Σε μια τέτοια περίπτωση το πέρασμα από το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων στην ελεύθερη αγορά θα πάρει χρόνια και θα αφορά λίγους. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι με στοιχεία Μαΐου η συνολική εγκατεστημένη ισχύς φωτοβολταϊκών έφτανε τα 2.382 MW. Μέχρι σήμερα, ο ΔΕΔΔΗΕ έχει εγκρίνει περίπου επιπλέον 1.000 MW , ενώ στην ουρά περιμένουν ακόμη μερικές χιλιάδες αιτήσεις.

 

 Γιώργος Φιντικάκης

energypress.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου