Διεύρυνση της δεξαμενής δικαιούχων του ΚΟΤ, «ανοίγοντας» προς τα πάνω κάποια από τα εισοδηματικά ή περιουσιακά κριτήρια, προκειμένου να ενταχθούν στις ευνοϊκές του διατάξεις μερικές εκατοντάδες χιλιάδες επιπλέον νοικοκυριά, εξετάζει η κυβέρνηση. Συζητά επίσης αύξηση της έκπτωσης 45%- 60% που απολαμβάνουν
σήμερα οι παραπάνω δικαιούχοι σε σχέση με τις τιμές ρεύματος των άλλων καταναλωτών. Αυτά είναι τα δύο μέτρα- αντίδοτο στον ανατιμιτικό κλοιό που προωθεί το ΥΠΕΝ. Αλλες ρυθμίσεις, όπως αυτές που ακούγονται για μείωση των ΥΚΩ, δεν υπάρχουν. Μάλιστα ακόμη και το πρώτο από τα δύο μέτρα, αυτό της διεύρυνσης των δικαιούχων του ΚΟΤ, βρίσκεται ακόμη στον αέρα. Τα χρήματα δεν έχουν ακόμη εξευρεθεί. Λεφτά υπάρχουν, ωστόσο δεν είναι σαφές αν επαρκούν, προκειμένου οι σημερινοί 450.000 δικαιούχοι του ΚΟΤ να φτάσουν για παράδειγμα τους 600.000 ή και περισσότερους.Σε κάθε περίπτωση, τα εξεταζόμενα μέτρα, όπως μεταφέρουν αρμόδιες πηγές στο Energypress, αφορούν μόνο στο ΚΟΤ. Σενάρια που ήθελαν να εξετάζεται η μείωση των ΥΚΩ, ακόμη και να ζητηθεί από τους προμηθευτές να στρέψουν τους πελάτες τους από τα συμβόλαια κυμαινόμενης τιμής σε συμβόλαια σταθερής τιμής, είτε είναι αβάσιμα, είτε κρίνεται πως δεν μπορεί να λειτουργήσουν.
Στον αντίποδα βέβαια υπάρχουν και οι προτάσεις της ΡΑΕ με τις οποίες διαφωνεί το σύνολο της αγοράς, γι' αυτό και δεν είναι σαφές πως θα κινηθεί η Αρχή. Σύμφωνα με τις εισηγήσεις της, θα πρέπει να μπει πλαφόν στην ρήτρα χονδρεμπορικής που έχουν τα κυμαινόμενα τιμολόγια, να καταργηθεί η «ρήτρα πρόωρης αποχώρησης» στους καταναλωτές με κυμαινόμενα τιμολόγια, καθώς επίσης να καταργηθεί το πάγιο (ή κάθε άλλη παρεμφερής επιβάρυνση).
Από που θα βρεθουν οι πόροι, πως θα γίνει η ανακατανομή
Το ένα επομένως προωθούμενο μέτρο είναι η αύξηση των δικαιούχων ΚΟΤ και το δεύτερο αφορά την αύξηση των εκπτώσεων. Σήμερα οι δικαιούχοι είναι δύο κατηγοριών. Στην πρώτη, το ποσοστό επιδότησης είναι στα 0,075 ευρώ ανά κιλοβατώρα και στη δεύτερη στα 0,045 ευρώ. Κατά μέσο όροι οι εκπτώσεις έναντι των κανονικών χρεώσεων προμήθειας κυμαίνονται στο 60% για το ΚΟΤ1 και στο 45% για το ΚΟΤ2. Στόχος του ΥΠΕΝ είναι να αυξηθούν τα παραπάνω ποσοστά επιχορήγησης, ώστε να αντισταθμιστούν οι απώλειες από τις αυξήσεις στο ρεύμα. To ερώτημα είναι αν επαρκούν οι πόροι, που για αμφότερα τα μέτρα φαίνεται ότι θα προέλθουν από τα έσοδα των δημοπρασιών των δικαιωμάτων εκπομπών CO2. Αυτά τα έσοδα υπολογίζονται για φέτος συνολικά στα περίπου 900 εκατ. ευρώ έναντι περίπου 500 εκατ. πέρυσι. Ενα 60% κατευθύνεται δια νόμου στον ΕΛΑΠΕ. Και το υπόλοιπο 40% καταναμένεται κάθε χρόνο με υπουργική απόφαση. Το 2020, η κυβέρνηση είχε αποφασίσει αντί για 60% να δώσει το 75% στον ΕΛΑΠΕ και το υπόλοιπο στις βιομηχανίες για την αντιστάθμιση ρύπων, καθώς επίσης στο Πράσινο Ταμείο. Για φέτος όμως, η σχετική υπουργική απόφαση δεν έχει ακόμη εκδοθεί. Εκτιμάται ότι οι πόροι για τον ΕΛΑΠΕ θα καθηλωθούν στο 60% και μέρος των υπολοίπων χρημάτων θα δοθεί για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής, δηλαδή την αύξηση του ποσού επιδότησης της τιμής της κιλοβατώρας για τους ευάλωτους.
Δημοσιονομικό σταυρόλεξο
Κονδύλια επομένως υπάρχουν, το ερώτημα είναι πόσα. Το ίδιο ισχύει και για τον προϋπολογισμό του 2022. Μαγικές συνταγές δεν υπάρχουν. Τις τελευταίες ημέρες διακινούνται για παράδειγμα πληροφορίες που θέλουν μέρος του αυξημένου ενεργειακού κόστους να καλύπτεται μέσω του προϋπολογισμού της επόμενης χρονιάς.
Ενας προϋπολογισμός που πρέπει να «χωρέσει» τα πάντα. Από τη μία τις φορολογικές ελαφρύνσεις που έχουν νομοθετηθεί και από την άλλη νέα μέτρα αντιμετώπισης του επερχόμενου κύματος ανατιμήσεων στην αγορά το οποίο απειλεί να «εξουδετερώσει» μέτρα στήριξης δισεκατομμυρίων που θεσπίστηκαν το προηγούμενο διάστημα.
Ο συγκεκριμένος γόρδιος δεσμός πρέπει να λυθεί. Ανθρωποι ωστόσο με εικόνα των δημοσιονομικών αντοχών εξηγούν ότι τα περιθώρια για παρεμβάσεις στον τομέα της ενέργειας είναι συγκεκριμένα. Πολλώ δε μάλλον όταν ο προϋπολογισμός του 2022 θα αποτυπώνει την πολιτική απόφαση για δημοσιονομική εξυγίανση και επιστροφή από τα ελλείμματα- μαμούθ της διετίας 2020-2021, αρχικά σε ένα σχεδόν ισοσκελισμένο προϋπολογισμό και από εκεί και πέρα, δηλαδή από το 2023 και μετά, στα πρωτογενή πλεονάσματα.
energypress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου